Skip to content

Αρθρογραφία

Η Σύμβαση Χρηματοδοτικής Μίσθωσης (Leasing)

Mε τον νόμο 1665/1986 “συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης”, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση ή τη συμπλήρωση του με τον ν. 2367/1995, καθιερώθηκε και στην Ελλάδα η σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως. Με τον όρο αυτό αποδόθηκε στα ελληνικά ο διεθνώς γνωστός όρος “Leasing”, ένας σύγχρονος ”οικονομικονομικός” θεσμός.

Με το θεσμό της χρηματοδοτικής μισθώσεως δημιουργήθηκε μία νέα μορφή οικονομικής δραστηριότητας, κατά την οποία ένας κεφαλαιούχος διαθέτει κεφάλαια για την απόκτηση ορισμένων αγαθών, τα οποία στη συνέχεια εκμισθώνει φροντίζοντας μάλιστα, ώστε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους να καθοριστούν από αυτόν που θα τα χρησιμοποιήσει, δηλαδή από τον μελλοντικό μισθωτή, ο οποίος έτσι θα αποκτήσει τη χρήση κεφαλαιουχικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας για το επάγγελμα ή την επιχείρησή του, επιλογής του ιδίου, χωρίς να προβεί στην άμεση εκταμίευση σημαντικών κεφαλαίων για την απόκτησή τους.

Συνήθως, η εκμισθώτρια εταιρεία αγοράζει χάριν του μισθωτή το πράγμα, όπως το έχει επιλέξει ο αντισυμβαλλόμενος μισθωτής, καθιστάμενη ουσιαστικά οικονομική κυρία αυτού χωρίς όμως να έχει το πράγμα στην κατοχή της ή να ενδιαφέρεται να το αποκτήσει, ενόψει του ότι αυτή (εκμισθώτρια) ενδιαφέρεται μόνο για την επιστροφή του δαπανηθέντος κεφαλαίου και του κέρδους της που λαμβάνει χώρα με το μίσθωμα σε αντίθεση προς τη μίσθωση πράγματος (άρθρο 574 επ. ΑΚ), όπου το πράγμα προϋπάρχει στην κυριότητα του εκμισθωτή, ο οποίος το απέκτησε, το χρησιμοποιεί και το διαθέτει για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του (ΑΠ 2048/2014).

Ορισμός

Με τα πρώτα άρθρα του νόμου 1665/1986, προκύπτει ο ορισμός του leasing ως εξής:

η σύμβαση της χρηματοδοτικής μισθώσεως, είναι σύμβαση μεταξύ μιας εταιρείας ειδικού σκοπού και μιας επιχείρησης ή ενός επαγγελματία, με την οποία η πρώτη παραχωρεί για ορισμένο χρόνο και έναντι μισθώματος στο δεύτερο τη χρήση κεφαλαιουχικών αγαθών, κινητών ή ακινήτων, και ειδικότερα χώρων επαγγελματικής εγκατάστασης καθώς και επιχειρησιακού ή επαγγελματικού εξοπλισμού, παρέχοντάς του συγχρόνως το δικαίωμα είτε να αγοράσει το πράγμα μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου, είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο”.

Από τις διατάξεις των πρώτων άρθρων του ανωτέρω νόμου προκύπτει ότι οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι:

  • ανώνυμη εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης ως εκμισθωτής,
  • επιχείρηση ή επαγγελματίας ως μισθωτής,
  • παραχώρηση της χρήσης του πράγματος, κινητού ή ακινήτου, ως αντικείμενο αυτής
  • επιχειρηματικός ή επαγγελματικός σκοπός του πράγματος (αντικειμένου) της σύμβασης και, τέλος
  • μίσθωμα.

Η διάρκεια εξάλλου της σύμβασης είναι ορισμένη και σε καμιά περίπτωση μικρότερη από αυτή που ορίζει ο νόμος (δηλαδή, τουλάχιστον τριετία για κινητά) και τέλος η παροχή στο μισθωτή του δικαιώματος είτε να αγοράσει το πράγμα είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 του προαναφερόμενου νόμου για την σύναψη της σύμβασης απαιτείται συστατικός τύπος, ο οποίος προκειμένου για κινητά είναι έγγραφο, ενώ απαιτείται επιπλέον και τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας, που για τα κινητά συνίστανται σε καταχώρηση σε ειδικό δημόσιο βιβλίο στο πρωτοδικείο της έδρας ή κατοικίας του μισθωτή και στο Πρωτοδικείο Αθηνών.

Συστατικά Στοιχεία

Η κατά τα άνω σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως δεν είναι απλή σύμβαση μισθώσεως πράγματος (άρθρα 574-618 ΑΚ), όπως το όνομα της αφήνει να νομιστεί, αλλά σύνθετη ή μεικτή σύμβαση η οποία έχει στοιχεία:

  1. συμβάσεως μισθώσεως, παραλλαγμένης όμως σε πολλά σημεία από τον τύπο που καθιερώνουν οι διατάξεις των άρθρων 574 επ. ΑΚ,
  2. συμβάσεως εντολής, με την οποία η εκμισθώτρια εντέλλεται το μισθωτή να διαπραγματευτεί με τον προμηθευτή το αντικείμενο και τους όρους της συμβάσεως πωλήσεως, την οποία θα καταρτίσει η εκμισθώτρια με τον προμηθευτή,
  3. συμβάσεως εκχωρήσεως (455 επ. ΑΚ) με την οποία η εκμισθώτρια εκχωρεί τις απαιτήσεις που έχει κατά του προμηθευτή από τη σύμβαση πωλήσεως στον μισθωτή, ώστε να μπορεί εκείνος, ασκώντας τις σχετικές αξιώσεις ως δικαιούχος να εξαναγκάζει τον προμηθευτή -πωλητή σε τήρηση των υποχρεώσεων του και
  4. συμφώνου προαιρέσεως, με το οποίο παρέχεται στον μισθωτή το δικαίωμα με μονομερή δήλωσή του είτε να αγοράσει το πράγμα (καταβάλλοντας και το συμφωνηθέν τίμημα) είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο.

Στη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης ο εκμισθωτής (εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης) και ο προμηθευτής (κατασκευαστής ή έμπορος) συνδέονται μεταξύ τους με τη σύμβαση πώλησης, την οποία ο πρώτος καταρτίζει είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω του μισθωτή, που ενεργεί ως άμεσος αντιπρόσωπος και εκτός από άλλα, πρέπει να συμφωνείται

  • ότι η παράδοση του πράγματος από τον προμηθευτή θα γίνει απευθείας στο μισθωτή, χωρίς οποιαδήποτε μεσολάβηση ή παρέμβαση του εκμισθωτή,
  • ότι τα δικαιώματα του εκμισθωτή κατά του προμηθευτή από τη σύμβαση πώλησης λόγω μη εκπλήρωσης, πλημμελούς εκπλήρωση, υπερημερίας ως προς την παράδοση ή εγκατάσταση του πράγματος, ελαττωμάτων αυτού κ.λπ. εκχωρούνται στο μισθωτή.

Έτσι, ενώ ο μισθωτής κατά κανόνα δεν συνδέεται με κάποια συμβατική σχέση με τον προμηθευτή, με βάση τα δικαιώματα από την πώληση, που του έχουν εκχωρηθεί από τον εκμισθωτή, μπορεί να στραφεί κατά του προμηθευτή και να τον εξαναγκάσει σε τήρηση των υποχρεώσεων του και σε καταβολή αποζημίωσης (ΑΠ 239/2015). 

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με τις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης.