Η ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα καθορίζεται από τον Ν. 2251/1994 (“Προστασία των Καταναλωτών”), όπως αυτός ισχύει σήμερα, μετά την κωδικοποίηση του με την Υπ. Απόφαση 5338/2018.
Ο παραπάνω νόμος, ενσωματώνει τις κοινοτικές προβλέψεις των Οδηγιών 85/374/ΕΟΚ και 93/13/ΕΟΚ.
Έννοια Καταναλωτή
Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, καταναλωτής είναι κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα.
Τέτοιος δε τελικός αποδέκτης και όχι ενδιάμεσος, είναι εκείνος, που αναλίσκει ή χρησιμοποιεί το πράγμα, σύμφωνα με τον προορισμό του, χωρίς να έχει την πρόθεση να το μεταβιβάσει αυτούσιο ή ύστερα από επεξεργασία σε άλλους αγοραστές, καθώς και αυτός που χρησιμοποιεί ο ίδιος την υπηρεσία και δεν την διοχετεύει σε τρίτους (Ολ. ΑΠ 13/2015).
Εξ’ αντιδιαστολής προκύπτει ότι η ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα δεν καταλαμβάνει εταιρείες (νομικά πρόσωπα), καθώς και συναλλαγές για τις οποίες εκδόθηκε τιμολόγιο (και όχι απόδειξη).
Έννοια Προϊόντος
Από τη διατύπωση του άρθρου 6 του ως άνω Νόμου προκύπτει ότι για τη θεμελίωση της ευθύνης του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα, ως προϊόν θεωρείται κάθε κινητό πράγμα, δηλαδή κάθε ενσώματο αντικείμενο ( όπως το ορίζει η ΑΚ 947), ακόμη και αν έχει ενσωματωθεί ως συστατικό σε άλλο πράγμα κινητό ή ακίνητο.
Ειδικότερα προβλέπεται πως προϊόντα θεωρούνται και τα κινητά πράγματα που ενσωματώθηκαν ως συστατικά σε άλλα πράγματα κινητά ή ακίνητα. Προϊόντα θεωρούνται, εξάλλου, οι φυσικές δυνάμεις, ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο.
Επίσης, υπάγεται στην εφαρμογή του Νόμου κάθε προϊόν που προορίζεται για τους καταναλωτές ή ενδέχεται, υπό ευλόγως προβλέψιμες συνθήκες, να χρησιμοποιηθεί από τους καταναλωτές, ακόμη και αν δεν προορίζεται για αυτούς και το οποίο παρέχεται ή διατίθεται στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, έναντι τιμήματος ή δωρεάν, είτε είναι καινούργιο είτε μεταχειρισμένο ή ανασκευασμένο.
Δεν αποτελούν προϊόντα τα οποία καλύπτονται από τον Νόμο, τα μεταχειρισμένα προϊόντα που διατίθενται ως αντίκες ή ως προϊόντα που πρέπει να επισκευαστούν ή να ανασκευαστούν πριν από τη χρήση τους, εφόσον ο προμηθευτής ενημερώνει σχετικώς τον καταναλωτή.
Ελαττωματικό Προϊόν
Ελαττωματικό, είναι ένα προϊόν το οποίο δεν παρέχει την προβλεπόμενη απόδοση σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ή και την ευλόγως αναμενόμενη ασφάλεια εν όψει όλων των ειδικών συνθηκών και, ιδίως, της εξωτερικής εμφάνισής του, της αναμενόμενης χρησιμοποίησής του και του χρόνου κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία.
Επίσης, σε κάθε πώληση ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει στον καταναλωτή τα αγαθά με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα.
Δηλαδή, ελαττωματικό είναι όχι το προϊόν που έχει ελαττώματα ή στερείται των συμφωνημένων ιδιοτήτων, κατά την έννοια του άρθρου 534 ΑΚ, αλλά εκείνο που δεν παρέχει την ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια, ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών, υπό τις οποίες αυτό τίθεται σε κυκλοφορίας και του χρόνου κατά τον οποίο κυκλοφόρησε (ΑΠ 1359/2018).
Επίσης, δεν είναι ελαττωματικό ένα προϊόν για μόνο το λόγο ότι μεταγενέστερα τέθηκε σε κυκλοφορία άλλο τελειότερο..
Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο το προϊόν παρέχει την ευλόγως αναμενόμενη ασφάλεια, πρέπει να ληφθούν υπόψη όλες οι περιστάσεις και ιδίως η εξωτερική εμφάνιση, η ευλόγως αναμενόμενη χρησιμοποίηση και ο χρόνος θέσεως του προϊόντος σε κυκλοφορία.
Τρόπο παρουσίασης του προϊόντος (ή διαφορετική εξωτερική εμφάνιση του προϊόντος) αποτελούν και οι ενδείξεις κινδύνου και πρόληψης, οι οδηγίες ασφαλούς χρήσης, οι κάθε είδους ανακοινώσεις που δημιουργούν στους αγοραστές του προϊόντος συγκεκριμένες προσδοκίες, όσον αφορά την παρεχόμενη ασφάλεια κ.λπ.
Ιδιαίτερη σημασία για τον προσδιορισμό ή μη ελαττωματικότητας του προϊόντος θα πρέπει να δίδεται στις οδηγίες χρήσης ή προφύλαξης με τις οποίες συνοδεύει το προϊόν ο παραγωγός, οι οποίες πρέπει να είναι εύκολα κατανοητές, σαφείς και πλήρεις.
Εξάλλου ως εύλογα αναμενόμενη χρησιμοποίηση του προϊόντος νοείται η αντικειμενικά αναμενόμενη χρησιμοποίησή του, δηλαδή η κοινωνικά πρόσφορη ή πιθανή και όχι μόνο η χρησιμοποίηση που είναι σύμφωνη με τον προορισμό του.
Συνεπώς ο παραγωγός οφείλει να υπολογίζει και το ενδεχόμενο λανθασμένης χρήσης του πράγματος, όχι όμως και κατάχρησής του.
Ασφαλές Προϊόν
Ασφαλές θεωρείται το προϊόν το οποίο, υπό συνήθεις ή ευλόγως προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας της και της θέσης αυτού σε λειτουργία, της εγκατάστασής του και των αναγκών συντήρησής του, ή δεν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο ή παρουσιάζει κινδύνους ήσσονος σημασίας, που είναι συνυφασμένοι με τη χρήση του προϊόντος και οι οποίοι θεωρούνται αποδεκτοί στο πλαίσιο ενός υψηλού βαθμού προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων, λαμβανομένων υπόψη, ιδίως, των ακόλουθων στοιχείων:
- των χαρακτηριστικών του προϊόντος και ιδίως της σύνθεσης, της συσκευασίας, των οδηγιών συναρμολόγησης, της εγκατάστασης και της συντήρησής του,
- των επιπτώσεων που έχει το προϊόν σε άλλα προϊόντα, εφόσον, ευλόγως, μπορεί να προβλεφθεί ότι το προϊόν αυτό θα χρησιμοποιηθεί μαζί με άλλα προϊόντα,
- της παρουσίασης του προϊόντος, της επισήμανσής του, των προειδοποιήσεων κινδύνου και των οδηγιών χρήσης και διάθεσής του, καθώς και κάθε άλλης οδηγίας ή πληροφορίας σχετικής με το προϊόν,
- των κατηγοριών καταναλωτών που εκτίθενται σε κίνδυνο λόγω της χρησιμοποίησης του προϊόντος, ιδίως των ανηλίκων και των ηλικιωμένων.
Ρητά προβλέπεται ότι η δυνατότητα επίτευξης υψηλότερου βαθμού ασφάλειας ή προμήθειας άλλων προϊόντων, χαμηλότερης επικινδυνότητας, δεν συνιστά επαρκή λόγο για τον χαρακτηρισμό ενός προϊόντος ως μη ασφαλούς ή επικινδύνου.
Από τα ανωτέρω σαφώς προκύπτει ότι ο νόμος περί προστασίας των καταναλωτών δεν σκοπεί να υποκαταστήσει το πλέγμα των νομικών διατάξεων που ρυθμίζει τις συνέπειες από την πώληση ελαττωματικού προϊόντος, αλλά θεσμοθετεί την ευθύνη του παραγωγού που διέθεσε στην αγορά προϊόντα μη ασφαλή, από την χρήση των οποίων προέκυψε ζημία στον καταναλωτή.
Έννοια Παραγωγού
Ο παραπάνω Νόμος ορίζει ευρύτατα την έννοια του παραγωγού (του ευθυνόμενου δηλαδή προς αποζημίωση) και περιλαμβάνει όχι μόνο τον πραγματικό παραγωγό, αλλά και άλλα πρόσωπα, που συμμετέχουν στη διαδικασία παραγωγής και διανομής, καθώς απώτερος σκοπός του νομοθέτη ήταν να μπορεί ο ζημιωθείς σε κάθε περίπτωση να βρει κάποιο υπεύθυνο πρόσωπο, προς το οποίο να είναι δυνατόν να προβάλει της αξιώσεις του.
Ειδικότερα ορίζεται ότι ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα.
Επίσης, ευθύνεται όπως ο παραγωγός και κάθε πρόσωπο το οποίο εισάγει ένα προϊόν για πώληση, χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση ή άλλης μορφής διανομή στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής του δραστηριότητας.
Στην έννοια του πραγματικού παραγωγού, δηλαδή του προσώπου – φυσικού ή νομικού – στην κατασκευαστική δραστηριότητα του οποίου αποδίδεται το προϊόν, υπάγονται ο παραγωγός του τελικού προϊόντος, ο παραγωγής της πρώτης ύλης και ο παραγωγός συστατικού μέρους που ενσωματώθηκε στο τελικό προϊόν.
Σύμφωνα, μάλιστα, με πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ, σε αγορά αυτοκινήτου κρίθηκε ότι και ο διανομέας θεωρείται “παραγωγός”.
Τέλος, ο Νομος θέλοντας να προστατεύσει πλήρως τον καταναλωτή σε περίπτωση όπου η ανεύρεση του παραγωγού είναι δυσχερής προβλέπει πως όταν η ταυτότητα του παραγωγού είναι άγνωστη, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θεωρείται παραγωγός, εκτός αν μέσα σε εύλογο χρόνο ενημερώσει τον καταναλωτή για την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν.
Ευθύνη Παραγωγού
Η ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 6 του άνω νόμου.
Η ρύθμιση αποτελεί στην ουσία ειδική ρύθμιση της αδικοπρακτικής ευθύνης του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων. Στο πλαίσιο της ειδικής αυτής ρύθμισης ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του.
Απορρέει έτσι άμεσα από το νόμο συγκεκριμένη συναλλακτική υποχρέωση, η παράβαση της οποίας αποτελεί παράβαση επιτακτικού κανόνα δικαίου, που επισύρει αυτόνομα την αδικοπρακτική ευθύνη των παραγωγών προμηθευτών.
Ο παραγωγός του τελικού προϊόντος ευθύνεται για όλα τα ελαττώματα τα οποία παρουσιάζει το προϊόν, ακόμη και όταν το ελάττωμα δεν οφείλεται στη δική του συμβολή στην παραγωγική διαδικασία, αλλά βαρύνει τμήμα του προϊόντος προερχόμενο από άλλο επιχειρηματία, από τον οποίο το παρήγγειλε και το προμηθεύτηκε.
Αντιθέτως, ο παραγωγός συστατικού πράγματος ευθύνεται κατά τις διατάξεις του νόμου υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι το ελάττωμα που προκάλεσε τη ζημία εκπορεύεται από το συγκεκριμένο συστατικό μέρος πράγματος.
Η ειδική ρύθμιση της ευθύνης του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα αποσκοπεί στη διαφύλαξη της σωματικής και περιουσιακής ακεραιότητας των καταναλωτών (διαφέρον ακεραιότητας) από προσβολές εξαιτίας ελαττωματικών προϊόντων (ΑΠ 891/2013).
Βάρος Απόδειξης
Βάρος Απόδειξης Καταναλωτή
Ο ενάγων, δηλαδή ο καταναλωτής, έχει την υποχρέωση να επικαλεσθεί με την αγωγή αποζημιώσεως και να αποδείξει το ελάττωμα και την ταυτότητα του προϊόντος, δηλαδή τη σύνδεση του με τον εναγόμενο παραγωγό ή τα λοιπά εξομοιούμενα με αυτόν πρόσωπα, τη ζημία του και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ του ελαττώματος και της ζημίας, στην οποία περιλαμβάνεται και η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης
Το αίτιο όμως της βλαπτικής ελαττωματικότητας του προϊόντος με τη μορφή της υπαίτιας παράβασης συγκεκριμένης συναλλακτικής υποχρέωσης του παραγωγού ή των προμηθευτών του προϊόντος, ο καταναλωτής βρίσκεται σε αντικειμενική αδυναμία να το προσδιορίσει και να το αποδείξει, αφού αυτός είναι ξένος προς τη διαδικασία παραγωγής και διάθεσης του προϊόντος, δηλαδή προς τη σφαίρα επιρροής άλλων προσώπων, και συνεπώς δεν μπορεί να γνωρίζει τις πράξεις ή παραλείψεις που οδήγησαν στην κυκλοφορία ελαττωματικού προϊόντος.
Γίνεται έτσι δεκτό, με ανάλογη εφαρμογή του αρθ. 925 ΑΚ, που απηχεί τη λεγόμενη θεωρία των σφαιρών επιρροής ή προελεύσεως των κινδύνων, ότι ο καταναλωτής απαλλάσσεται από το σχετικό βάρος και αντίθετα έχει το βάρος ο παραγωγός ή ο προμηθευτής του προϊόντος να επικαλεσθεί και να αποδείξει ότι κατά το χρόνο που το προϊόν ήταν στη σφαίρα επιρροής του, δεν υπήρξε πλημμέλεια στην παραγωγή ή ανάλογα στη συντήρηση και διάθεση του προϊόντος ή ότι η τυχόν πλημμέλεια δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του ή σε υπαιτιότητα προσώπων για τα οποία ευθύνεται (αρθ. 71 και 922 ΑΚ).
Έτσι με αναστροφή του βάρους απόδειξης, η αδικοπρακτική ευθύνη των προσώπων αυτών διαμορφώνεται, κατά τις κοινές διατάξεις σε νόθο αντικειμενική (ΕφΑθ 47/2006).
Βάρος Απόδειξης Παραγωγού
Αντίθετα, για τον αποκλεισμό της ευθύνης του παραγωγού και των λοιπών εξομοιούμενων προσώπων, πρέπει αυτοί να επικαλεστούν και να αποδείξουν την συνδρομή λόγου απαλλαγής τους και μάλιστα ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή την έλλειψη υπαιτιότητάς τους, αφού η ευθύνη τους έχει διαμορφωθεί ως γνήσια αντικειμενική.
Τέλος, η ζημία, που κατά το χρόνο αυτό πρέπει να αποκατασταθεί, περιορίζεται στο θάνατο και τη σωματική βλάβη προσώπων, καθώς επίσης και στη βλάβη η καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, που οφείλεται στο ελάττωμα του προϊόντος, εφόσον τούτο προοριζόταν κατά τη φύση του και πράγματι από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα που αφορά στην ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα .