Προϋποθέσεις Ευθύνης Δημοσίου
Τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ) ορίζουν ότι:
“105. Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών.
106. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους.”.
Επομένως, για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) προς αποζημίωση, απαιτείται:
- παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας δημόσιων οργάνων
- κατά την άσκηση της ανατεθειμένης στα όργανα αυτά δημόσιας εξουσίας,
- επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, καθώς και
- αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως ή υλικής ενέργειας ή παραλείψεως υλικής ενέργειας και της επελθούσης ζημίας.
Ο τελευταίος αυτός σύνδεσμος υφίσταται όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η φερομένη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και ενόψει των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, ήταν εξ αντικειμένου ικανή και πρόσφορη να επιφέρει τη ζημία.
Έκταση Αποζημίωσης
Εξ άλλου, σε περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 298 του Αστικού Κώδικα, να αποκαταστήσουν:
- κάθε θετική ζημία, καθώς και
- το διαφυγόν κέρδος,
“Διαφυγόν Κέρδος” είναι εκείνο, το οποίο προσδοκά κανείς με πιθανότητα κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί.
Τα δικαστήρια της ουσίας μπορούν, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος του Δημοσίου χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα. Χρηματική δε ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης δικαιούνται να ζητήσουν και τα νομικά πρόσωπα, αν υπέστησαν ζημία από τον αντίκτυπο που είχε στην πίστη, το κύρος και την φήμη τους η παράνομη πράξη ή παράλειψη, χωρίς να είναι απαραίτητο να εξειδικεύεται η βλάβη αυτή, όταν από τη φύση της παρανόμου πράξεως ή παραλείψεως είναι δυνατόν να επέλθη τέτοια βλάβη.
Ευθύνη Σε Δημόσιο Διαγωνισμό
Την ίδια σύμφωνα με τα παραπάνω ευθύνη υπέχει το Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στην περίπτωση έκδοσης από τα όργανά τους παρανόμων πράξεων κατά τη διαδικασία της διενέργειας διαγωνισμού για τη σύναψη διοικητικής σύμβασης.
Και στην περίπτωση αυτή, δηλαδή, η ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση είναι αδικοπρακτική και εκτείνεται μέχρι την αποκατάσταση και διαφυγόντος κέρδους, κατά το άρθρο 298 του Αστικού Κώδικα.
Επομένως, ο παρανόμως αποκλεισθείς σε διαγωνισμό για σύναψη διοικητικής συμβάσεως μπορεί να ζητήσει ως αποζημίωση ό,τι θα αποκέρδαινε από την κατακύρωση υπέρ αυτού του αποτελέσματος του διαγωνισμού, εφόσον αποδείξη τον, κατά τα ανωτέρω, αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ του παρανόμου αποκλεισμού του και της ζημίας του, εκ της μη υπέρ αυτού κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού, δηλαδή εφόσον αποδείξει ότι θα του ανετίθετο η σύμβαση, αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η παράβαση.
Η αναζήτηση δε διαφυγόντος κέρδους υπό την ανωτέρω έννοια δεν αποκλείεται εξαιτίας του γεγονότος ότι η αδικοπρακτική ευθύνη του Δημοσίου ανακύπτει σε διοικητικό στάδιο που προηγείται της συνάψεως της συμβάσεως (ΤρΔιοικΠρΑθ 567/2017).
Ιδιαίτερα ζητήματα γεννώνται από άκυρη διοικητική σύμβαση.
Νομική Θεμελίωση
Στο στάδιο αυτό ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου μπορεί να θεμελιωθεί και στις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 του Αστικού Κώδικα, αναλογικά εφαρμοζόμενες, με τις οποίες ρυθμίζεται η ευθύνη των συμβαλλομένων μερών κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με αυτές η αποζημίωση του ζημιωθέντος κατά το στάδιο αυτό συνίσταται μόνο στο αρνητικό διαφέρον (διαφέρον διάψευσης εμπιστοσύνης), δεν νοείται δε ως ζημία που μπορεί να αποκατασταθεί το απωλεσθέν διαφέρον από τη μη εκπλήρωση συμβάσεως που δεν συνήφθη.
Ωστόσο, η ευθύνη του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, κατά τις διατάξεις αυτές, οι οποίες στοιχούν προς την κατά το ιδιωτικό δίκαιο ελευθερία των συμβάσεων και τη συναφή με αυτήν, κατ’ αρχήν, έλλειψη νομικής υποχρέωσης για την σύναψη συμβάσεως, δεν αποκλείει ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ.
Αντίθετη Άποψη
Ακόμα και εντός του ΣτΕ, υπάρχει η μειοψηφούσα γνώμη ότι κατά το διοικητικό στάδιο που προηγείται της σύναψης διοικητικής σύμβασης, ευθύνη του Δημοσίου μπορεί να θεμελιωθεί μόνο στις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 του Α.Κ.
Ειδικότερα, υποστηρίζεται ότι επί των διοικητικών συμβάσεων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 197 και 198 ΑΚ, δηλαδή τα μέρη (επομένως και το Δημόσιο) κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διοικητικής σύμβασης (μεταξύ Δημοσίου και ιδιώτη) οφείλουν αμοιβαίως να συμπεριφέρονται σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Η προσυμβατική αυτή υποχρέωση βαρύνει τόσο τον ιδιώτη όσο και το όργανο του Δημοσίου ως διαπραγματευόμενου.
Η κατά τις διαπραγματεύσεις υπαίτια πρόκληση στον έτερο ζημίας υποχρεώνει τον παραβάτη σε αποζημίωση του ζημιωθέντος, δηλαδή τον υποχρεώνει σε αποκατάσταση του διαφέροντος εμπιστοσύνης (θετική ζημία και διαφυγόν κέρδος) και όχι σε αποκατάσταση του διαφέροντος εκπλήρωσης, εκείνου δηλαδή που θα είχε αν καταρτιζόταν η υπό διαπραγμάτευση σύμβαση, η οποία τελικά δεν καταρτίστηκε λόγω αντισυναλλακτικής συμπεριφοράς του άλλου υπαιτίως ενεργήσαντος μέρους, το οποίο μπορεί να είναι και όργανο του Δημοσίου.
Η μειφηφούσα γνώμη υποστηρίζει ότι η αξίωση του διαφέροντος εκπλήρωσης δεν μπορεί να στηριχθεί στη διάταξη του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, με την εκδοχή ότι η τελευταία αυτή διάταξη παρέχει ευρύτερη αποζημίωση σε σχέση με το διαφέρον εμπιστοσύνης των άρθρων 197 και 198 ΑΚ. Και τούτο διότι δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, αφού η τελευταία προϋποθέτει για την εφαρμογή της πράξη οργάνου του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που του έχει ανατεθεί.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις.