Τί Είναι
Το Lex Mercatoria σε ακριβή μετάφραση ορίζεται ως “εμπορικός νόμος”. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Σύμφωνα με τον ορισμό που έδωσε το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο (Παρίσι), ως Lex Mercatoria ορίζεται το “σύνολο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου που έχουν αναπτυχθεί από τα εμπλεκόμενα μέρη στον τομέα των διεθνών εμπορικών συναλλαγών και επιβεβαιώνονται από τα εθνικά δικαστήρια”.
Ως Lex Mercatoria μπορούμε να πούμε ότι ορίζεται το δίκαιο της εκδίκασης των διαφορών που προκύπτουν από διεθνείς εμπορικές συμβάσεις, βάσει μερικών ουσιαστικών και διαδικαστικών αρχών, δυνάμει των οποίων οι εύλογες προσδοκίες των μερών μιας συγκεκριμένης σύμβασης καθίστανται η ενιαία πηγή των συμβατικών δικαιωμάτων, υποχρεώσεων και κατανομών κινδύνων.
Το σημαντικό σημείο είναι ότι το Lex Mercatoria μπορεί να εφαρμοστεί τόσο στην επιλογή των αναλύσεων δικαίου όσο και στην ουσία των διαφορών στο πλαίσιο της διεθνούς επίλυσης της διαφοράς. Κατά την επιλογή των αναλύσεων δικαίου, το Lex Mercatoria αντιμετωπίζει συγκεκριμένες δυσκολίες που συνδέονται με τη σύγκρουση νόμων μέσω μιας διαδικασίας λήψης αποφάσεων με αρχές, όπως οι εφαρμοστέοι κανόνες σύγκρουσης νόμων, και την ερμηνεία των προθέσεων των μερών ως προς τους εφαρμοστέους ουσιαστικούς κανόνες.
Με το ουσιαστικό της πλαίσιο, το Lex Mercatoria ασχολείται, είτε ως lex contractus είτε ως lex fori, με την ερμηνεία, τη συμπλήρωση και τη διόρθωση της σύμβασης, καθώς και τις εφαρμοστέες εθνικές νομοθεσίες σύμφωνα με τις βασικές αρχές στις οποίες στηρίζεται με τη σειρά του το διεθνές εμπόριο.
Ωστόσο, πέρα από τις βασικές αρχές του, το Lex Mercatoria πολλάκις χρησιμοποιείται και αναδιαμορφώνεται εκ των υστέρων, κατόπιν δηλαδή μίας δικαστικής ή διαιτητικής διαδικασίας, με τη μορφή ενός ειδικού συνόλου νομικών κανόνων, το οποίο είναι κατάλληλο για μια συγκεκριμένη συμφωνία στο πλαίσιο διεθνούς εμπορικής σύμβασης.
Οι βασικές αρχές του λειτουργούν ως ένα σύνολο νομικών προτύπων παρά την έλλειψη νομικών δομών αυτοαναφοράς, όπως η νομοθεσία και το δεδικασμένο, που σκοπό έχουν την σταθεροποίηση της πρακτικής λειτουργίας του Διεθνούς Εμπορίου μέσω της πρακτικής εφαρμογής των κανόνων του Lex Mercatoria.
Επομένως, το Lex Mercatoria, ενώ “δεν υπάρχει” με την μορφή των εθνικών νομικών συστημάτων ή των νομοθετικών διατάξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παράδειγμα, δεν παύει να συναντάται συχνά ως ενιαίο σύνολο στον τρόπο με τον οποίο υφίσταται, αναγιγνώσκεται και ερμηνεύεται μια σύμβαση, στο Διεθνές Εμπόριο, στις αποφάσεις Δικαστηρίων ή στις κρίσεις παγκόσμιας εμβέλειας Διαιτητικών Φόρουμ. Τούτο δε, μολονότι το Lex Mercatoria δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αναγνωρισμένο σύνολο κανόνων.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το Lex Mercatoria ακριβώς επειδή είναι μία μορφή εθιμοτυπικού κανόνα λαμβάνει υπόψη την περίπλοκη και αυθόρμητη τάξη του διεθνούς εμπορίου που επιζητά την επίλυση της διαφοράς άμεσα, σχεδόν αυτοματοποιημένα. Δεδομένου ότι η έμφαση δίνεται στη φύση αυτής της ανάγκης η έννοια του Lex Mercatoria εξετάζεται ως μηχανισμός εκ της άμεσα θεραπευτικής διακυβέρνησης για την επίλυση συμβατικών διαφορών με σκοπό τη διατήρηση και την αποκατάσταση της τάξης του διεθνούς εμπορίου.
Αυτό σημαίνει ότι δεν επικεντρώνεται στην παραδοσιακή διάκριση του δόγματος μεταξύ εθνικών και μη εθνικών νομικών κανόνων που εφαρμόζονται επί της ουσίας των διαφορών αυτών για την επίλυση της διαφοράς που χαρακτηρίζονται χρονοβόρες. Σκοπός είναι να αντικατοπτρίζεται η ειδική, εξειδικευμένη και tailor made ανά τομέα του επιχειρείν του Lex Mercatoria, στην πρακτική της διεθνούς επίλυσης της διαφοράς (λ.χ. διαιτησίας) και να παρέχεται εξήγηση / ερμηνεία του Lex Mercatoria, ως λύση στα ιδιαίτερα προβλήματα του διεθνούς εμπορίου.
Ιστορική Αναδρομή
Πρώτοι οι Ρωμαίοι είχαν την ιδέα δημιουργίας του “Jus Gentium”, μιας δέσμης εμπορικών κανόνων, που βασίζονταν στον “ορθό λόγο”, δηλαδή τη λογική και, συγκεκριμένα, την λογική των εμπόρων της εποχής. Αυτός προέβλεπε εύκαμπτους κανόνες, προσαρμοσμένους στα τοπικά έθιμα των κατακτημένων εδαφών. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε το πρώτο “διεθνικό” δίκαιο, με την έννοια ότι κοινά παραδεκτοί εμπορικοί κανόνες, μετατράπηκαν σε νομικά δεσμευτικούς.
Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η Βυζαντινή αναπαρήγαγε τη λογική του Jus Gentium σε εμπορικές συναλλαγές, τόσο εντός τους εδάφους της όσο και με ορισμένα (αραβικά κυρίως) κράτη.
Η ανάπτυξη του εμπορίου στην Λεκάνη της Μεσογείου κατά τον Μεσαίωνα ανέδειξε μια βασική αντίφαση της εποχής: Από τη μία μεριά η φεουδαρχική κοινωνία ως καταπιεστική και ανελεύθερη και από την άλλη ένα πλούσιο τμήμα της, οι έμποροι, που διψούσαν για περισσότερη ελευθερία συναλλαγών. Ο φεουδαρχικός νόμος που αρχικά δεν άφηνε περιθώρια για ελεύθερες εμπορικές πρακτικές, εξ’ ανάγκης παραμερίστηκε. Η ανερχόμενη τότε τάξη, που εκπροσωπούνταν κατά κύριο λόγο από τους εμπόρους, διεκδίκησε και πέτυχε την παράκαμψη των άκαμπτων φεουδαρχικών νόμων.
Έτσι γεννήθηκε το Lex Mercatoria.
Αυτό, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα κοινά αποδεκτό σύνολο εθιμικών κανόνων και βέλτιστων πρακτικών που συμφωνήθηκαν μεταξύ των εμπορων (άλλο ένα πρωτόλειο μετέπειτα κανόνων – των “Gentlemen’s Agreement” ή των “MoU”) ως δεσμευτικοί.
Μετέπειτα, κατά τον 12ο και 13ο αιώνα, ιδρύθηκαν και τα πρώτα “εμποροδικεία” της εποχής, που εφάρμοζαν το Lex Mercatoria, στη Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία.
Πρώτοι Δικαστές, ή κατ’ άλλους Διαιτητές, ήταν τα πρόσωπα με το μεγαλύτερο κύρος ανάμεσα στους εμπόρους. Τούτο, για να διασφαλιστεί ότι όντως θα εφάρμοζαν το Lex Mercatoria, τα εμπορικά έθιμα και τις βέλτιστες πρακτικές.
Σε υποθέσεις αθέμιτων ή παράνομων πράξεων, επιβάλλονται πρόστιμα στο ηττημένο μέρος. Οι ηττημένοι έμποροι πλήρωναν πάντοτε, διότι αλλιώς έχαναν την εμπορική τους πίστη και αποβάλλονταν από την κοινότητα των εμπόρων.
Έτσι, με την ελευθερία που παραχώρησαν οι φεουδάρχες στους εμπόρους, οι τελευταίοι κυριάρχησαν, εκτός από το οικονομικό, και σε θεσμικό επίπεδο.
Δεν είναι τυχαίο ότι, ο όρος “snob”, που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα, προέρχεται από τη συντομογραφία του λατινικού “Sine Nobilitatis” (χωρίς ευγένεια). Είναι ο όρος που χρησιμοποιούσαν οι φεουδάρχες, κατά τη τελευταία περίοδο της ηγεμονίας τους, για να περιγράψουν την τάξη εκείνη που τελικά θα τους εκθρόνιζε.
ΤοLex Mercatoria, λοιπόν, αναδείχθηκε σε ένα ειδικό είδος νομικών κανόνων που εφαρμόζονταν, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, σε συγκεκριμένο είδος εννόμων σχέσεων – Των Εμπορικών.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, η Μεγάλη Βρετανία ανακήρυξε το Lex Mercatoria επίσημα ως μέρος του εσωτερικού και κατ’ επέκταση εφαρμοστέου, δικαίου.
Το Lex Mercatoria Σήμερα
Η εφαρμογή του Lex Mercatoria στις μέρες μας, συναντάται τόσο σε διαιτητικές αποφάσεις Διεθνών και Εσωτερικών Διαιτητικών Οργάνων (κυρίως), αλλά και σε ελληνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς δικαστικές αποφάσεις.
Δικαστήρια
Σύμφωνα με το άρθρο 288 ΑΚ:
“Ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη”
Τα συναλλακτικά ήθη τα οποία λαμβάνονται υπόψη από τα Δικαστήρια είναι, ακριβώς, το περιεχόμενο του Lex Mercatoria.
Χαρακτηριστική είναι η Νομολογία ως προς αυτό:
“Η παρανομία δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου … Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας, στο πλαίσιο της συναλλακτικής πρακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων”.
Διαιτησία
Κατ’ εξοχήν εργαλείο των διαιτητικών αποφάσεων είναι το πλαίσιο αρχών και κανόνων που θέτει το Lex Mercatoria. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες εμπορικές διαμάχες εταιρειών – κολοσσών εκδίδονται από Διεθνή Διαιτησία, ακολουθώντας τους κανόνες που το πλαίσιο αυτό υπαγορεύει.
Οι αρχές του Lex Mercatoria έχουν αναγνωριστεί και σε ποικίλες περιπτώσεις υιοθετηθεί από το διεθνές εμπορικό δίκαιο καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που το τελευταίο αποσκοπεί στο να περιφρουρεί την πραγματική εμπορική πρακτική και την αποτελεσματικότητα της αγοράς και του διεθνούς επιχειρείν.
Εξάλλου, οι μηχανισμοί επίλυσης των διεθνών εμπορικών διαφορών έχουν εξελιχθεί με αποτέλεσμα εξαιρετικά λειτουργικές μέθοδοι, όπως η διεθνής εμπορική διαιτησία, να είναι πλέον διαθέσιμες, προσβάσιμες και πρόθυμες να λάβουν υπόψη τους, αν όχι να στηριχθούν, στις προβλέψεις του Lex Mercatoria. Επόμενο είναι το γεγονός ότι οι εξελίξεις αυτές έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας του εμπορικού δικαίου.
Προβληματισμοι
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και την άποψη που θεωρεί ότι διατάξεις που δεν έχουν τον μανδύα της εκτελεστότητας είναι ανίσχυρες και αναποτελεσματικές. Τούτο είναι ο γνωστός όρος “toothless provisions”, το οποίο πολλές φορές έχει χαρακτηριστεί ως το αρνητικό στοιχείο του Διεθνούς Δικαίου γενικότερα, ειδικότερα του Ιδιωτικού Διεθνούς.
Ωστόσο, στην ανωτέρω παρατήρηση μπορούμε να αντιπαραβάλλουμε το γεγονός ότι η η δυσκολία, ή ακόμη και η άρνηση εκτέλεσης από ένα νομικό σύστημα, δεν σημαίνει ότι οι κανόνες του Lex Mercatoria, όπως ενδεχομένως να εφαρμόστηκαν σε μια μεμονωμένη περίπτωση εμπορικής διαφοράς, είναι άκυροι και στερούνται κανονιστικής ισχύος.
Εφόσον μια απόφαση, στην οποία ελήφθη υπόψη και εφαρμόστηκε το Lex Mercatoria, δύναται να βρίσκει τη νομική εκτέλεση από το αρμόδιο νομικό σύστημα, ως στοιχείο της τάξης του διεθνούς εμπορίου, και η εκτέλεση αυτή είναι αποτελεσματική κατά του ηττημένου μέρους, όπως για παράδειγμα μέσω της κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται εντός της δικαιοδοσίας του εν λόγω νομικού συστήματος, το Lex Mercatoria αποκτά νομικό χαρακτήρα.
Υπό το πρίσμα αυτό, το Lex Mercatoria προβάλλει ως μία εξειδικευμένη μέθοδος για τη διαχείριση της νομικής αβεβαιότητας, που προκύπτει από τις διεθνείς συμβάσεις σύμφωνα με τη φιλελεύθερη πρακτική του διεθνούς εμπορίου. Άλλωστε, το Lex Mercatoria δεν επιδιώκει να μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι.
Δεν επιζητά να εξυπηρετήσει άλλους σκοπούς και να επιτελέσει άλλο ρόλο από αυτόν που υπηρετεί, που δεν είναι άλλος από αυτόν της ύπαρξης ενός συστήματος κανόνων, ρυθμίσεων, προβλέψεων, όρων, ορολογίας, ρητρών και πολλών άλλων που τελικά προσφέρουν μία δίκαιη και ορθή επίλυση της διαφοράς, λύσης που προκύπτει μέσα από φίλτρα πρακτικής και υλοποιήσιμης εφαρμογής, πραγματικών διεθνών εμπορικών συναλλαγών, ηθών και εθίμων, ειλικρινούς καλής πίστης και άλλων ποικίλων προαπαιτούμενων δοκιμασμένων μέσα στη Διεθνή εμπορική αρένα επί μακρό χρόνο με κύριο σκοπό την ασφάλεια των διεθνών συναλλαγών ενεργώντας κυρίως προληπτικά και δευτερευόντως θεραπευτικά ως ένα κοινά αποδεκτό διεθνώς “εμπορικό καθεστώς”.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα που αφορά την εταιρεία ή επιχείρησή σας.