Η διανομή είναι ο τρόπος με τον οποίον επέρχεται η λύση της κοινωνίας και η ανατροπή της ένταξης του κοινού δικαιώματος κατ’ ιδανικά μέρη, στις περιουσίες των κοινωνών. Αγωγή Διανομής, είναι το εισαγωγικό δικόγραφο για τη δικαστική επίτευξη της λύσης της κοινωνίας.
Εννοιολογικά, σύμφωνα με τη θεωρία, οι όροι «λύση» και «διανομή» δεν ταυτίζονται. Η διανομή αφορά στο κοινό πράγμα, ενώ η λύση αφορά την κοινωνία επί του πράγματος. Γι’ αυτό το λόγο, η διανομή θεωρείται ως το λογικό επακόλουθο της λύσης της κοινωνίας.
Νομικό Πλαίσιο
Σε περίπτωση κοινωνίας δικαιώματος κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να απαιτήσει τη λύση της κοινωνίας, η οποία επέρχεται με διανομή. Αν δεν συμφωνούν οι κοινωνοί, καθένας από αυτούς μπορεί να απαιτήσει τη δικαστική διανομή του κοινού κατά τις διατάξεις του ΚΠολΔ, η οποία γίνεται:
- είτε αυτούσια, αν το προς διανομή αντικείμενο ή αντικείμενα μπορούν να διαιρεθούν χωρίς μείωση της αξίας τους σε ομοειδή μέρη, ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών,
- είτε με πώληση διά πλειστηριασμού, οπότε διανέμεται το εκπλειστηρίασμα.
Αυτούσια Διανομή
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 800 ΑΚ και 480 ΚΠολΔ αυτούσια διανομή κοινού πράγματος είναι η φυσική (in natura) διαίρεση του κοινού αντικειμένου σε περισσότερα ίσα κατ’ αξία μέρη, ώστε ο κάθε κοινωνός ή ομάδα κοινωνών να λάβει ανάλογα με την μερίδα του μέρη με κλήρωση ή με επιδίκαση σε ορισμένες περιπτώσεις που προβλέπονται από το νόμο.
Προϋποθέσεις της αυτούσιας διανομής είναι σωρευτικά:
- το εφικτό της διανομής, δηλαδή της φυσικής διαίρεσης του πράγματος σύμφωνα με τον προορισμό του χωρίς μείωση της αξίας του και
- η διανομή να είναι συμφέρουσα, δηλαδή να μην επέρχεται με αυτή μείωση της αξίας των μερίδων.
Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 481 ΚΠολΔ το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να διατάξει απόδειξη αν κρίνει ότι η αυτούσια διανομή είναι προδήλως δυνατή, αδύνατη ή ασύμφορη, σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής και της κοινής πείρας.
Επομένως, το Δικαστήριο αποφασίζει ανέλεγκτα, σχετικά με το αν η διανομή του κοινού πράγματος είναι προδήλως ανέφικτη ή όχι, λαμβάνοντας υπόψη τις μερίδες των κοινωνών, το τυχόν αίτημά τους για την δημιουργία ενιαίων κοινών μερίδων, το είδος, τις διαστάσεις και το εμβαδόν του διανεμητέου αν αυτό είναι ακίνητο, καθώς και σχετικά με το αν είναι ανάγκη να διαταχθεί γι’ αυτό απόδειξη (ΠΠρΑθ 274/2017).
Τροπος Αυτούσιας Διανομής Στους Κοινωνούς
Σύμφωνα με το άρθρο 486 ΚΠολΔ, αν τα μέρη που σχηματίστηκαν κατά τη διανομή είναι ίσα, η αυτούσια διανομή τους μεταξύ των κοινωνών γίνεται με κλήρωση.
Αν τα μέρη που σχηματίστηκαν είναι άνισα, η αυτούσια διανομή γίνεται με επιδίκαση στους συγκυρίους ή στις ομάδες εκείνων που ζήτησαν κοινή μερίδα, κατά το λόγο των μερίδων τους.
Με τις διατάξεις των άρθρων 480 και 486 ΚΠολΔ, επιτράπηκε, υπό τις διαλαμβανόμενες σ’ αυτές προϋποθέσεις, η αυτούσια διανομή με απονέμηση, ήτοι χωρίς κλήρωση, με απευθείας επιδίκαση στους συγκυρίους άνισων, ομοειδών ή μη, μερών, κατά το λόγο των μερίδων τους.
Επίσης, κατά το άρθρο 481 ΚΠολΔ, στις περιπτώσεις διανομής το δικαστήριο μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό ή να συστήσει δουλεία σε ορισμένα μέρη υπέρ άλλων κοινωνών.
Μη Αυτούσια Διανομή – Πλειστηριασμός Ακινήτου
Σε περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ανέφικτη ή ασύμφορη την αυτούσια διανομή, διατάσσει, την πώληση του κοινού πράγματος με πλειστηριασμό και τη διανομή του εκπλειστηριάσματος στους κοινωνούς.
Προδήλως αδύνατη ή ασύμφορη είναι η αυτούσια διανομή όταν, κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, το διανεμητέο δεν μπορεί να διανεμηθεί σε μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών χωρίς να μειωθεί η αξία του.
Αρμοδιότητα, Δικαστικό Ένσημο & Εγγραφή Στα Δημόσια Βιβλία
Η αγωγή διανομής ασκείται αποκλειστικά στο καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο της τοποθεσίας του ακινήτου ενώ, αν πρόκειται για κληρονομία, υφίσταται η αποκλειστική δωσιδικία του δικαστηρίου της κληρονομιάς.
Το τέλος δικαστικού ενσήμου που πρέπει να καταβληθεί υπολογίζεται με βάση το 20πλάσιο της ετήσιας προσόδου του μεριδίου που ανήκει στον ενάγοντα. Αυτό το τελευταίο όμως δεν εφαρμόζεται σε κάθε αγωγή διανομής, αλλά μόνο σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου από το διανεμητέο ακίνητο προκύπτει ετήσια πρόσοδος, με την έννοια πραγματικής απολαυής εισοδημάτων από το ακίνητο. Διαφορετικά, αν το διανεμητέο ακίνητο είναι απρόσοδο για τους κοινωνούς, γίνεται δεκτό ότι το δικαστικό ένσημο υπολογίζεται με βάση την αξία του μεριδίου που ανήκει στον ενάγοντα κοινωνό.
Για την άσκηση αγωγής διανομής, όπως και των σχετικών παρεμβάσεων επ’ αυτής, απαιτείται η τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων, ήτοι σύνταξη δικογράφου, κατάθεση αυτού και κοινοποίηση στους διαδίκους, ως επίσης και εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων, μέσα σε 30 ημέρες από την επομένη της κατάθεσης του σχετικού δικογράφου, διαφορετικά η αγωγή απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη.
Περιπτωσιολογία
Σύσταση Χωριστών Ιδιοκτησιών
Είναι επιτρεπτή, αν είναι εφικτή και δεν αντιβαίνει στο συμφέρον όλων των συγκυρίων, η αυτούσια διανομή ακινήτου επί του οποίου υπάρχει μία μόνο οικοδομή, ή χωριστές οικοδομές, με τη σύσταση χωριστών ιδιοκτησιών σε διακεκριμένα μέρη του ακινήτου (κατ’ ορόφους ή σε μέρη ορόφων), ή με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου, στα οποία έχουν ανεγερθεί οι χωριστές οικοδομές, εξισουμένων των τυχόν ανισοτήτων με την καταβολή χρηματικού ποσού ή σύσταση δουλειών (ΑΠ 2230/2009).
Μη Άρτια Οικόπεδα & Εκτός Σχεδίου
Σύμφωνα με τον “Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας”, ο οποίος εφαρμόζεται και επί δικαστικής διανομής, απαγορεύεται η μεταβίβαση της κυριότητας οικοπέδων που συνεπάγεται τη δημιουργία μη άρτιων οικοπέδων είτε κατά το ελάχιστο εμβαδόν, είτε κατά το ελάχιστο πρόσωπο, είτε κατά το βάθος. Η αυτούσια διανομή επικοίνου ακινήτου δια κατατμήσεως αυτού σε μικρότερα ακίνητα ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή μόνο όταν τα δημιουργούμενα μικρότερα ακίνητα είναι άρτια και οικοδομήσιμα ως έχοντα το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις ελάχιστο εμβαδόν, ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου οδού και ελάχιστο βάθος.
Έτσι, αν το επίκοινο ακίνητο βρίσκεται εκτός ρυμοτομικού σχεδίου τότε η αυτούσια διανομή αυτού δια κατατμήσεως σε μικρότερα γεωτεμάχια ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων, είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή όταν τα δημιουργούμενα γεωτεμάχια είναι άρτια και οικοδομήσιμα (ΑΠ 584/2021).
Διανομή Ακινήτου Με Βάρη
Με τη διάταξη του άρθρου 491 ΚΠολΔ θεσπίζεται η υποχρεωτική προσεπίκληση στη δίκη περί διανομής (είτε πρόκειται για αυτούσια είτε για διανομή με πλειστηριασμό), με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση, όσων έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσων έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς, προκειμένου, όλα αυτά τα πρόσωπα, χωρίς διακρίσεις, να υποβάλουν αυτοτελείς αιτήσεις για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους. Το ίδιο ισχύει για τον προσημειούχο δανειστή και για τα πρόσωπα που εξομοιώνονται με τον κατασχόντα, όπως είναι οι αναγγελθέντες με εκτελεστό τίτλο δανειστές (ΑΠ 1347/221).
Διανομή Διατηρητέου Ακινήτου
Η αυτούσια διανομή χαρακτηρισμένου νόμιμα ως διατηρητέου ακινήτου, που χρήζει ειδικής κρατικής προστασίας, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους ή μέρη ορόφων δεν είναι δυνατή, διότι η αυτούσια διανομή τέτοιου ακινήτου δεν συμβιβάζεται με τη φύση του, που είναι διατηρητέο ως ενιαίο σύνολο και όχι μόνον κατά ένα τμήμα του και η διατήρησή του μπορεί να επιτευχθεί, αν αυτό περιέλθει σε έναν μόνο ιδιοκτήτη, καθόσον η ύπαρξη περισσοτέρων συγκυρίων είναι η κύρια αιτία για την εγκατάλειψη και τις αυθαίρετες επεμβάσεις που υφίσταται το διατηρητέο κτίριο. Μοναδικός τρόπος διανομής του επικοίνου διατηρητέου ακινήτου είναι η πώλησή του με πλειστηριασμό, ώστε καθένας από τους συγκυρίους να λάβει από το εκπλειστηρίασμα που θα επιτευχθεί ποσό ανάλογο προς την εξ αδιαιρέτου μερίδα του στο επίκοινο ακίνητο (ΑΠ 585/2019).
Δεδικασμένο Για Διαδόχους
Η απόφαση που δέχεται την αγωγή διανομής και διατάσσει τη διανομή του επικοίνου, αποτελεί από την τελεσιδικία της δεδικασμένο ως προς τα ιδανικά μερίδια όλων των κοινωνών. Οι διάδικοι ή εκείνοι που έγιναν διάδοχοί τους όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το τέλος της, μετά την τελεσιδικία της ως άνω απόφασης, δεν έχουν τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν το μέγεθος των ιδανικών τους μεριδίων. Συνεπώς αγωγή ή ένσταση με τέτοιο αντικείμενο, για την εκ νέου δηλαδή διάγνωση του μεγέθους των ιδανικών μεριδίων των κοινωνών, ή που αφορά στο παραδεκτό της αγωγής διανομής, είναι απαράδεκτη, καθόσον προσκρούει στην αρνητική λειτουργία του δεδικασμένου που απορρέει από την απόφαση που διέταξε τη διανομή (ΑΠ 855/2017).
Ερημοδικία Κοινωνού
Προκειμένου για δίκη διανομής κοινού πράγματος, οπότε η σχετική αγωγή έχει διπλό χαρακτήρα, και η θέση κάθε κοινωνού ως ενάγοντος ή εναγομένου είναι συμπτωματική, εξαρτώμενη από το ποιος είχε την πρωτοβουλία να ασκήσει την αγωγή, κάθε δε κοινωνός είναι συγχρόνως ομόδικος και αντίδικος των υπόλοιπων συγκοινωνών, ο κανόνας της αντιπροσώπευσης του απόντος κοινωνού διαδίκου από τους παρόντες συγκοινωνούς αναγκαίους ομοδίκους του δεν έχει εφαρμογή, και συνεπώς, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί εκ των προτέρων ν’ αποκλεισθεί το έννομο συμφέρον του απόντος συγκοινωνού διαδίκου ν’ ασκήσει κατά της απόφασης που εκδόθηκε ερήμην του ανακοπή ερημοδικίας. Εάν, επομένως, σε δίκη διανομής κοινού πράγματος, δικάστηκε ερήμην ο ένας από τους αναγκαίους ομοδίκους συγκοινωνούς, θα πρέπει να έχει γίνει και ως προς αυτόν τελεσίδικη η απόφαση για να υπόκειται σε ένδικο μέσο (ΑΠ 963/2020).
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την αγωγή διανομής.