Με πρόσφατη απόφαση (Τμ. Θ’ Α 243/2024), το Διοικητικό Εφετείο Πειραιά νομολόγησε σχετικά με τη σχέση μεταξύ ποινικής καταδίκης και δυνατότητα ακύρωσης του σχετικού προστίμου.
Ειδικότερα, φορολογούμενος, παρότι καταδικάστηκε αμετάκλητα για λήψη εικονικού τιμολογίου, εντούτοις ακυρώθηκε η επιβολή προστίμου για την έκδοσή του.
Ιστορικό
Το Ελληνικό Δημόσιο προσκόμισε στο Δικαστήριο απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίφθηκε η ασκηθείσα από τον φορολογούμενο αίτηση αναιρέσεως κατά απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, με την οποία αυτός κρίθηκε ένοχος για την λήψη, εικονικού τιμολογίου.
Στον φορολογούμενο, μετά από φορολογικό έλεγχο, επιβλήθηκε για την παράβαση αυτή, καθώς και για αντίστοιχες παραβάσεις σε άλλες χρήσεις, συνολική ποινή φυλάκισης 15 μηνών με αναστολή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 «Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας» (ΚΦΔ).
Περαιτέρω, το Δημόσιο ισχυρίστηκε ότι το Διοικητικό Πρωτοδικείο που ακύρωσε το σχετικό πρόστιμο έσφαλε. Τούτο διότι ο φορολογούμενος για το αδίκημα που του αποδίδεται, έχει κριθεί αμετάκλητα ένοχος, ενώ η απόφαση αυτή δεσμεύει και το Διοικητικό Εφετείο.
Ο φορολογούμενος, αντικρούοντας τα παραπάνω ανέφερε ότι το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την προαναφερόμενη αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ως προς την ενοχή του, διότι αυτό αντιτίθεται στην αρχή ne bis in idem.
Τέλος, υποστήριξε ότι η διοικητική δίκη που αφορά την επιβολή του ένδικου προστίμου πρέπει να περατωθεί με ακύρωση του προστίμου, καθόσον συντρέχουν οι σχετικές προς τούτο προϋποθέσεις, ήτοι πρόκειται για διοικητική κύρωση με ποινικό χαρακτήρα, αφορά την ίδια ακριβώς παράβαση (λήψη ενός εικονικού ΤΠΥ στην χρήση 2003) και το ίδιο πρόσωπο και για την οποία τιμωρήθηκε με ποινή φυλακίσεως 15 μηνών με αναστολή.
Νομικές Διατάξεις
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 5 του ΚΔΔικ. έχει την έννοια ότι :
- το διοικητικό δικαστήριο δεσμεύεται από αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, μόνον αν η ποινική απόφαση αφορά στην ίδια παράβαση, ως ιστορικό γεγονός, με εκείνη που καταλογίσθηκε στον προσφεύγοντα με την ένδικη διοικητική πράξη, με την οποία του επιβλήθηκε διοικητική κύρωση, και
- η παραγόμενη δέσμευση αφορά στην «ενοχή» του προσφεύγοντος, ήτοι στο αξιόποινο της συμπεριφοράς του.
Επομένως, στο πλαίσιο διοικητικής διαφοράς από την επιβολή στον προσφεύγοντα διοικητικού προστίμου λόγω εκδόσεως ή λήψεως εικονικών τιμολογίων (που, κατά τα προεκτεθέντα, έχει «ποινικό» χαρακτήρα), η αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση, για την ίδια παράβαση, παράγει δέσμευση όσον αφορά την νομιμότητα του καταλογισμού σε βάρος του προστίμου.
Τούτο έχει την έννοια ότι οδηγεί στην ακύρωση από το διοικητικό δικαστήριο της πράξεως καταλογισμού στον προσφεύγοντα του διοικητικού προστίμου, ήτοι σε αποτέλεσμα που αντανακλά τις επιταγές του άρθρου 4 του 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, όπως έχει ερμηνευθεί από το ΕΔΔΑ.
Ερμηνεία
Συνοπτικά, το Διοικητικό Εφετείο Πειραιά, θεωρεί ότι σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η ως άνω δέσμευση, που καταλήγει στο προαναφερόμενο αποτέλεσμα (ακύρωση της πράξεως επιβολής του προστίμου), παράγεται υπό την προϋπόθεση ότι η αμετακλήτως επιβληθείσα από το ποινικό δικαστήριο κύρωση, αυτοτελώς ορώμενη, είναι αποτελεσματική, αποτρεπτική και ανάλογη της σοβαρότητας της παραβάσεως (από απόψεως ποσού ή/και συνθηκών τέλεσής της).
Ο διοικητικός δικαστής εξετάζει εάν η επιβληθείσα από το ποινικό δικαστήριο κύρωση πληροί την προαναφερόμενη απαίτηση, λαμβάνοντας υπόψη του, ιδίως, εάν η επιβληθείσα ποινή κινείται στα κατώτατα όρια της προβλεπόμενης στον νόμο, παρά την σοβαρότητα της καταλογισθείσας παραβάσεως (από απόψεως ποσού ή/και συνθηκών διάπραξής της), εάν επιβλήθηκε με αναστολή κ.λπ.
Περαιτέρω, εάν θεωρήσει ότι η αμετακλήτως καταγνωσθείσα από το ποινικό δικαστήριο κύρωση είναι εμφανώς υπερβολικά ελαφριά σε σχέση με την αποδοθείσα παράβαση, ώστε να μην πληρούται η προαναφερόμενη προϋπόθεση, ο διοικητικός δικαστής δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση και, συνεπώς, δεν τερματίζει την ενώπιόν του διαδικασία, ακυρώνοντας την διοικητική πράξη περί επιβολής προστίμου
Αντίθετα, ενόψει και του ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, αποτελεί, κατά το Σύνταγμα, τον «φυσικό» δικαστή των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας, εκφέρει ίδια και αυτοτελή κρίση επί της υποθέσεως, υποχρεούμενος, πάντως, να συνεκτιμήσει ειδικώς την καταδικαστική ποινική απόφαση (ΣτΕ 9/2021).
Παράγοντες Δικαιοδοτικής Κρίσης
Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του:
- ότι με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, η οποία κατέστη αμετάκλητη, ο φορολογούμενος κρίθηκε ένοχος για την παράβαση της λήψεως εικονικού τιμολογίου,
- ότι για το αδίκημα αυτό επιβλήθηκε σε βάρος του εφεσιβλήτου ποινή φυλακίσεως 15 μηνών με αναστολή, η οποία δεν αντιστοιχεί στην κατώτατη ποινή φυλάκισης ενός έτους που προβλέπεται για το εν λόγω αδίκημα, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις που εφάρμοσε το Ποινικό Δικαστήριο των άρθρων 66 του ΚΦΔ και 83 του Ποινικού Κώδικα και
- ότι η ένδικη καταλογιστική πράξη αφορά τα ίδια ακριβώς περιστατικά σε βάρος του αυτού προσώπου, ήτοι πρόκειται για διοικητική κύρωση που έχει ποινικό χαρακτήρα κατά την ΕΣΔΑ
- ότι, το προβλεπόμενο πρόστιμο για έκδοση εικονικού τιμολογίου συνιστά διοικητική κύρωση, το οποίο, ενόψει του ύψους του, συνιστά κύρωση που έχει «ποινικό» χαρακτήρα κατά την ΕΣΔΑ και επιβάλλεται παράλληλα με την οριζόμενη stricto sensu ποινική κύρωση για το αδίκημα της έκδοσης εικονικών τιμολογίων.
- τις συνθήκες τέλεσης του αδικήματος της λήψεως του ένδικου εικονικού φορολογικού στοιχείου, του ύψους της εικονικής συναλλαγής (60.000 ευρώ), καθώς και του Φ.Π.Α. που δεν αποδόθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο (10.800 ευρώ) και του γεγονότος ότι μεταγενεστέρως δεν ορίσθηκε στον νόμο βαρύτερη ποινή για παραβάσεις φοροδιαφυγής ανάλογης σοβαρότητας, αντιθέτως, προβλέφθηκε επιεικέστερη ποινή, οι οποία εξάλλου και εφαρμόστηκε από το ποινικό δικαστήριο,
Απόφαση
Με βάση τα παραπάνω το Δικαστήριο έκρινε ότι η ως άνω επιβληθείσα σε βάρος του φορολογούμενου αμετακλήτως από το ποινικό δικαστήριο στερητική της ελευθερίας ποινή των 15 μηνών με αναστολή, παρίσταται ικανή να καταστείλει κατά τρόπο αποτρεπτικό, αποτελεσματικό και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας την ένδικη διοικητική παράβαση που του αποδόθηκε.
Επομένως το Δικαστήριο, δεσμευόμενο από την προαναφερθείσα αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση για την ίδια ένδικη παράβαση της λήψεως του ως άνω εικονικού τιμολογίου, όσον αφορά την νομιμότητα του καταλογισμού σε βάρος του εφεσιβλήτου, κρίνει ότι νομίμως ακυρώθηκε το πρόστιμο.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την ακύρωση προστίμου για εικονικά τιμολόγια.