Skip to content

Αρθρογραφία

Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων – Νομικό Πλαίσιο Της ΕΕ

εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων
Εισαγωγικά

Όπως και στο ελληνικό νομικό πλαίσιο, έτσι και η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ βασίζεται στις αρχές της προφύλαξης, της πρόληψης και της επανόρθωσης των καταστροφών του περιβάλλοντος στην πηγή, και στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». 

Η αρχή της πρόληψης είναι ένα εργαλείο διαχείρισης κινδύνων που δύναται να ενεργοποιηθεί εάν υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα ως προς κάποιον εικαζόμενο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ή για το περιβάλλον, ο οποίος προκύπτει από συγκεκριμένη ενέργεια ή πολιτική. 

Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» υλοποιήθηκε με την οδηγία για την περιβαλλοντική ευθύνη, που αποσκοπεί στην πρόληψη ή διαφορετικά στην αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημίας σε προστατευόμενα είδη και φυσικούς οικότοπους, σε ύδατα και έδαφος. 

Οι φορείς που ασκούν ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες όπως η μεταφορά ουσιών ή δραστηριότητες που συνεπάγονται απόρριψη σε ύδατα, οφείλουν να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα σε περίπτωση άμεσης απειλής για το περιβάλλον. 

Εάν έχει ήδη προκληθεί βλάβη, οφείλουν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να την αποκαταστήσουν και να πληρώσουν τη δαπάνη. Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας διευρύνθηκε τρεις φορές για να συμπεριλάβει τη διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων, τη λειτουργία τόπων γεωλογικής αποθήκευσης και την ασφάλεια των υπεράκτιων δραστηριοτήτων άντλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου. 

Τον Δεκέμβριο του 2019, η Επιτροπή δρομολόγησε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η οποία έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι πολιτικές της ΕΕ εστιάζουν στο να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος στον κόσμο.

Η Οδηγία 2011/92/ΕΕ (Εκτίμηση Περιβάλλοντος Επιπτώσεων Των Έργων –  ΕΠΕ).

Η διαδικασία που επιβάλλει η συγκεκριμένη Οδηγία περί την Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων σκοπεύει στο να διασφαλίσει ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα επέλθουν από την εκτέλεση του σχεδιασμού του εκάστοτε έργου λαμβάνονται υπόψη πριν από τη λήψη των αποφάσεων και βεβαίως την υλοποίησή του. 

Εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων είθισται να πραγματοποιείται για μεγάλης κλίμακας και μεμονωμένα έργα, βάσει της οδηγίας 2011/92/ΕΕ (γνωστή ως «εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων» — οδηγία ΕΠΕ) η οποία αρκετές φορές εφαρμόζεται σε συνδυασμό, κυρίως όσον αφορά δημόσια σχέδια ή προγράμματα, με την Οδηγία 2001/42/ΕΚ (γνωστή ως «στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων» — οδηγία ΣΕΠΕ). 

Σε ένα γενικό πλαίσιο, η κοινή αρχή και των δύο Ευρωπαϊκών Οδηγιών είναι να εξασφαλίζουν ότι τα σχέδια, τα προγράμματα και τα έργα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον υποβάλλονται σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, πριν από την έγκρισή τους και κυρίως πριν  την έναρξη εκτέλεσής τους. Η διαβούλευση με το κοινό αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των διαδικασιών εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Ειδικότερα, η Οδηγία έχει ως στόχο να εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και να συμβάλει στην ενσωμάτωση περιβαλλοντικών παραμέτρων στην προετοιμασία έργων, σχεδίων και προγραμμάτων με σκοπό τη μείωση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων. 

Εξασφαλίζει τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και, ως εκ τούτου, ενισχύει την ποιότητα των αποφάσεων. Τα έργα και τα προγράμματα που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ (ενδεικτικά: Συνοχή, Γεωργική, Βιομηχανική και Αλιευτική πολιτική) οφείλουν να συμμορφώνονται με τις Οδηγία ΕΠΕ (αλλά και ΣΕΠΕ) για να λάβουν έγκριση για χρηματοδοτική συνδρομή από το σχετικό Ταμείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και αποτελεί σημείο αναφοράς και ελέγχου της ποιότητας και της ορθότητας της εφαρμογής των διατάξεων της Οδηγίας κατά την διάρκεια εκπόνησης και εκτέλεσης του έργου. 

Όλα τα επιμέρους νομοθετικά εργαλεία που θέτουν πιο ειδικές διατάξεις περί της Βιώσιμης & Πράσινης Ανάπτυξης (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, βιοκαύσιμα κλπ), ως κεντρικό άξονα κατά την διάρκεια του σχεδιασμού και την λήψη αποφάσεων λαμβάνουν υποχρεωτικά το εξεταζόμενο πλαίσιο. 

Ως εκ τούτου, οι οδηγίες για την περιβαλλοντική εκτίμηση αποτελούν εργαλεία ζωτικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ειδικότερα, ακριβώς λόγω αυτής της εξέχουσας σημασίας η ΕΕ απαιτεί την σύνθεση Ομάδων εθνικών εμπειρογνωμόνων σχετικών με την εκτέλεση αυτής της Οδηγίας. 

Η ομάδα εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής απαρτίζεται από εθνικούς εμπειρογνώμονες και συγκεντρώνει περιβαλλοντικούς εμπειρογνώμονες από τις εθνικές διοικήσεις με σκοπό να  συνεδριάζει δύο φορές ετησίως. 

Ο ρόλος της ομάδας είναι να παρέχει συμβουλές και επιστημονικά τεκμηριωμένες απόψεις και θέσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στις υπηρεσίες της όσον αφορά την εφαρμογή των Οδηγιών ΕΠΕ και ΣΕΠΕ, την προετοιμασία νομοθετικών προτάσεων και πρωτοβουλιών πολιτικής, καθώς και τον συντονισμό και τη συνεργασία με τα Κράτη Μέλη και τα λοιπά συναρμόδια ή ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο αυτό. 

Τα μέλη της ομάδας που εκπροσωπούν την κάθε χώρα ορίζονται από το κάθε Κράτος Μέλος αποκλειστικά και ενεργούν συνδυαστικά σύμφωνα με τις εκάστοτε επιταγές της Ευρωπαϊκής Περιβαλλοντικής Πολιτικής και επί μέρους Στρατηγικής. 

Σε ένα γενικό πλαίσιο η εξεταζόμενη Οδηγία, περιέχει τη νομική απαίτηση να πραγματοποιείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ) δημοσίων ή ιδιωτικών έργων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, πριν την αδειοδότησή τους. 

Κατά γενική αποδοχή ο κύριος στόχος της Οδηγίας έχει επιτευχθεί καθώς οι αρχές της περιβαλλοντικής εκτίμησης έχουν εναρμονιστεί σε όλη την ΕΕ με την καθιέρωση ελάχιστων απαιτήσεων για τον τύπο των έργων που πρέπει να υπόκεινται σε περιβαλλοντική εκτίμηση, τις βασικές υποχρεώσεις του κυρίου έργου, το περιεχόμενο της περιβαλλοντικής εκτίμησης και τη συμμετοχή των αρμοδίων αρχών και του κοινού. 

Παράλληλα, στο πλαίσιο της διαδικασίας χορήγησης άδειας, η ΕΠΕ είναι ένα εργαλείο για να εκτιμάται το περιβαλλοντικό κόστος και όφελος συγκεκριμένων έργων με σκοπό να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητά τους. 

Η Οδηγία 2001/42/ΕΚ (Στρατηγική Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων – ΣΠΕ ή ΣΕΠΕ)

Η Οδηγία ΣΕΠΕ ή ΣΠΕ προηγήθηκε της ανωτέρω Οδηγίας και εφαρμόζεται σε ένα ευρύ φάσμα δημόσιων σχεδίων και προγραμμάτων (π.χ. για τη χρήση γης ή/και την καταλληλόλητά της, τις μεταφορές, την ενέργεια, τα απόβλητα, τη γεωργία κ.λπ.) 

Τα σχέδια και τα  προγράμματα κατά την έννοια της Οδηγίας ΣΕΠΕ πρέπει να καταρτίζονται ή να εγκρίνονται από μια αρμόδια και υπεύθυνη σε εγχώριο επίπεδο Αρχή (σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο) και να απαιτούνται από νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις.

Μία ουσιαστική διαφορά είναι ότι η Οδηγία ΣΕΠΕ δεν περιλαμβάνει κατάλογο σχεδίων/προγραμμάτων παρόμοιου με την Οδηγία ΕΠΕ. Επίσης, δεν επιδιώκει την χάραξη Ευρωπαϊκής Πολιτικής, επομένως είναι πιο αυστηρό και σκληρό νομικό πλαίσιο. Στην ουσία προηγείται της Οδηγίας ΕΠΕ και θέτει τις προϋποθέσεις και το απαραίτητο περιβάλλον και συνθήκη επί του οποίου η Οδηγία ΕΠΕ κατόπιν θα θέσει κανόνες και όρους και θα εφαρμοστεί.   

Ειδικότερα: 

Μια ΣΕΠΕ είναι υποχρεωτική για σχέδια/προγράμματα που σχετίζονται επί παραδείγματι με:

  • Τα σχέδια προετοιμάζονται και εκπονούνται για τη γεωργία, τη δασοκομία, την αλιεία, την ενέργεια, τη βιομηχανία, τις μεταφορές, τη διαχείριση αποβλήτων/υδάτων, τις τηλεπικοινωνίες, τον τουρισμό, την πολεοδομία και τη χρήση γης και καθορίζουν το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων που απαριθμούνται στην Οδηγία ΕΠΕ που θα ακολουθήσει.

Ή

  • έχουν σχέδια/ Ευρωπαϊκα προγράμματα που έχουν κριθεί ότι απαιτούν αξιολόγηση βάσει του σκοπού της Οδηγίας για τους οικοτόπους, οικοσυστήματα και αναπτυξιακά έργα μεγάλης κλίμακας. 

Ακολούθως, τονίζεται ότι σχετικά με σχέδια/προγράμματα που δεν περιλαμβάνονται ανωτέρω και δεν γίνεται ρητή αναφορά στο κείμενο της Οδηγίας ή στην ως σήμερα εφαρμογή της, τα Κράτη Μέλη οφείλουν να διεξάγουν διαδικασία ελέγχου για να προσδιορίσουν αιτιολογημένα κατά πόσον τα σχέδια/προγράμματα προς εκτέλεση ενδέχεται να έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. 

Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι μπορεί να δημιουργηθούν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις  απαιτείται ΣΕΠΕ. Η διαδικασία ελέγχου βασίζεται στα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας αλλά και στην πρακτική εφαρμογή της από όλα τα Κράτη Μέλη σύμφωνα με τις Αρχές της Ευρωπαϊκής Εναρμόνισης και Ολοκλήρωσης.

Η διαδικασία ΣΕΠΕ συνοψίζεται ως εξής: 

Συντάσσεται περιβαλλοντική έκθεση στην οποία προσδιορίζονται οι πιθανές σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και οι εύλογες εναλλακτικές λύσεις του προτεινόμενου σχεδίου ή προγράμματος. Το κοινό και οι περιβαλλοντικές αρχές ενημερώνονται και ζητείται η γνώμη τους σχετικά με το προσχέδιο ή το πρόγραμμα και την περιβαλλοντική έκθεση. 

Όσον αφορά τα σχέδια και προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον σε άλλο Κράτος Μέλος, το Κράτος Μέλος στο έδαφος του οποίου καταρτίζεται το σχέδιο ή το πρόγραμμα πρέπει να διαβουλεύεται με το ή τα άλλα Κράτη Μέλη. Σχετικά με το θέμα αυτό, η Οδηγία ΣΕΠΕ ακολουθεί τη γενική προσέγγιση που υιοθετήθηκε από το πρωτόκολλο ΣΕΠΕ στο πλαίσιο εναρμόνισης με την Διεθνή Σύμβασης του ΟΗΕ σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο.

Η περιβαλλοντική έκθεση και τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων λαμβάνονται υπόψη πριν από την έγκριση. Μόλις εγκριθεί το σχέδιο ή το πρόγραμμα, ενημερώνονται οι συναρμόδιες και ενδιαφερόμενες περιβαλλοντικές αρχές και το κοινό και τίθενται στη διάθεσή τους οι σχετικές πληροφορίες. 

Περαιτέρω, προκειμένου να εντοπιστούν οι απρόβλεπτες δυσμενείς επιπτώσεις σε πρώιμο στάδιο, πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά οι σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του σχεδίου ή του προγράμματος και να εκπονούνται και οι αντίστοιχες αυτοψίες, εκθέσεις και πορίσματα.

Καταλήγοντας σημειώνουμε τα εξής πολύ βασικά σημεία για τη χρησιμότητα της υπό εξέταση Οδηγίας: 

Η ΣΕΠΕ εφαρμόζει την αρχή της περιβαλλοντικής προστασίας και της ένταξης των σχετικών απαιτήσεων στον καθορισμό και την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών, η οποία θεσπίζεται στα άρθρα 11 και 191 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Αποσκοπεί σε υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος και συμβάλλει στην ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών ζητημάτων στο πλαίσιο της εκπόνησης και έγκρισης των ανωτέρω αναφερομένων σχεδίων και προγραμμάτων. 

Γι’ αυτόν τον σκοπό, η Οδηγία απαιτεί τη διενέργεια περιβαλλοντικής εκτίμησης των σχεδίων και των προγραμμάτων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Στη ΣΕΠΕ δεν καθορίζονται μετρήσιμα περιβαλλοντικά πρότυπα. Πρόκειται κατ’ ουσία για Οδηγία καθορισμού διαδικασιών, στην οποία καθιερώνονται ορισμένα στάδια τα οποία πρέπει να ακολουθούν τα Κράτη Μέλη κατά τον προσδιορισμό και την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. 

Η διαδικασία Στρατηγικής Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΕΠΕ) αποσκοπεί στο να βοηθήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις, με βάση αφενός μεν αντικειμενικές πληροφορίες αφετέρου δε τα αποτελέσματα της διαβούλευσης με το κοινό/τους ενδιαφερομένους και τις οικείες αρχές. 

Όσον αφορά το Πεδίο Εφαρμογής της Οδηγίας ΣΕΠΕ, σε γενικές γραμμές, τα Κράτη Μέλη έχουν μεταφέρει και εφαρμόσει τη ΣΕΠΕ σε συμμόρφωση προς τους στόχους και τις απαιτήσεις της, και δεν έχουν αντιμετωπίσει δυσκολίες σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας. Επικουρικά και όποτε απαιτήθηκε, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έχει αναπτύξει πλούσια νομολογία σχετικά με τη ΣΕΠΕ, διευκολύνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την εφαρμογή της.

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με τις εκτιμήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων.