Skip to content

Αρθρογραφία

Καθυστέρηση Απονομής Φορολογικής Δικαιοσύνης

Οι καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, είναι δυστυχώς γνωστή όχι μόνο στους νομικούς κύκλους της χώρας, αλλά πρωτίστως στους πολίτες που τη βιώνουν άμεσα όταν βρεθούν στην ανάγκη να προσφύγουν σε αυτή.

Ακόμα και αν δεχτούμε ότι έχουν γίνει βήματα στην επιτάχυνση των Πολιτικών και Ποινικών Δικών, στο χώρο της Διοικητικής Δικαιοσύνης, στην οποία υπάγονται οι φορολογικές και τελωνειακές διαφορές, η κατάσταση παραμένει σχεδόν απελπιστική.

Μια προσωπική ιστορία

Το έτος 2010 διενεργήθηκε από την Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) του ΥπΟικ σε επιχείρηση – εντολέα μας φορολογικός έλεγχος. Ο έλεγχος έκρινε ότι 4 καταχωρημένα τιμολόγια για τα φορολογικά έτη 2007 και 2008 δεν πληρούσαν τους όρους του νόμου και τα θεώρησε εικονικά. Εκδόθηκαν δύο Πράξεις Επιβολής Προστίμου (ΠΕΠ) ύψους εκατοντάδων χιλιάδων Ευρώ.

Αμέσως μετά την επιβολή, ασκήθηκαν για κάθε μία από τις ΠΕΠ, Ανακοπές κατά ΚΕΔΕ στο Διοικητικό Πρωτοδικείο και αντίστοιχες Αιτήσεις Αναστολής με προσωρινές διαταγές.

Με τις ανακοπές ζητούσαμε την εξάλειψη των ταμειακών βεβαιώσεων της ΔΟΥ, ενώ με τις αναστολές και τις προσωρινές διαταγές να μην καταβάλει η επιχείρηση – εντολέας μας κανένα ποσό μέχρι την εκδίκαση και την έκδοση αποφάσεων επί των ανακοπών.

Το ίδιο έτος 2010, οι προσωρινές διαταγές καθώς και οι αναστολές έγιναν δεκτές από το Διοικητικό Πρωτοδικείο. 

Παρ’ όλα αυτά, η αρμόδια ΔΟΥ έκρινε σκόπιμο να προχωρήσει σε υποβολή μήνυσης κατά του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών, παρότι τα “χρέη” ήταν σε αναστολή. Ταυτόχρονα ασκήθηκε εναντίον του και ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για λήψη εικονικών τιμολογίων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.

Τα έτη 2012 και 2015 ο εντολέας μας αθωώθηκε σε όλες τις ποινικές δίκες.

Το έτος 2017 εκδικάστηκαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο οι Ανακοπές οι οποίες είχαν κατατεθεί το έτος 2010! Λίγους μήνες αργότερα εκδόθηκαν αποφάσεις με τις οποίες η μία ανακοπή έγινε δεκτή και η άλλη απερρίφθη.

Το έτος 2018, επιδόθηκαν οι Αποφάσεις του Διοικητικού Πρωτοδικείου.

Το ίδιο έτος (2018), τόσο η επιχείρηση – εντολέας μας, όσο και το Δημόσιο ασκήσαμε έφεση επί των αποφάσεων που ο καθένας ηττήθηκε, οι οποίες εκδικάστηκαν λίγους μήνες αργότερα, εντός του έτους.

Το έτος 2020 εξεδόθη απόφαση από το Διοικητικό Εφετείο με την οποία διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης διότι, στο μεταξύ, κάποιος εκ των δικαστών είχε συνταξιοδοτηθεί.

Στις αρχές του έτους 2021, οπότε και είχε προσδιοριστεί η νέα συζήτηση της Έφεσης, η υπόθεση αναβλήθηκε λόγω των μέτρων covid-19.

Έντεκα χρόνια και η υπόθεση ακόμα δεν έχει εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό! 

Σε συζήτηση που είχαμε με τον επιχειρηματία εντολέα μας αναρωτιόμασταν αμφότεροι σε ποια ηλικία θα δούμε (;) το αμετάκλητο της απόφασης, καθώς μετά το Διοικητικό Εφετείο, η υπόθεση θα εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με άγνωστο χρονικό ορίζοντα εκδίκασης και έκδοσης απόφασης.

Είναι η Ελλάδα η μοναδική χώρα που έχει καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, ιδιαιτέρως δε τη Διοικητική; Όχι.

Είναι η Ελλάδα χώρα η οποία είχε την “τιμή” να καταδικαστεί με τη διαδικασία της “πιλοτικής δίκης” από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) για τις καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη; Ναι.

Επίσης, το έτος 2019, η Ελλάδα -με 6 καταδίκες- κατετάγη στην 4η θέση σε έναν κατάλογο 47 χωρών για την καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης και την παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Πάνω από τη χώρα μας βρίσκεται μόνον η Ουκρανία με 35, η Ουγγαρία με 27 και η Σερβία με 10 καταδίκες (πηγή:Violations by Article and by State – 2019).

Τον Δεκέμβριο του 2010 το Δικαστήριο στο Στρασβούργο σε μια απόφαση – σταθμό για τη χώρα μας νομολόγησε περί της εύλογης διάρκειας της δίκης, καθόρισε τα πλαίσια μιας “δίκαιης δίκης”, με βάση την ΕΣΔΑ και έθεσε την Ελληνική Κυβέρνηση προ των ευθυνών την, με ιδιαίτερα επικριτική γλώσσα.

Η Υπόθεση 50973/08

Β. Αθανασίου και λοιποί κατά Ελλάδας

Ι. Ιστορικό

Το έτος 1994, δέκα έλληνες αιτήθηκαν από το Μετοχικό Ταμείο Στρατού (ΜΤΣ) χρηματικό βοήθημα το οποίο θεωρούσαν ότι δικαιούνταν. Το ΜΤΣ απέρριψε την αίτηση. Το ίδιο έτος (1994) προσέφυγαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο ζητώντας την καταβολή του βοηθήματος. Το έτος 1996 το Διοικητικό Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή. 

Το έτος 1997 οι ίδιοι άσκησαν έφεση η οποία εκδικάστηκε το έτος 2000 και η οποία ήταν επίσης απορριπτική. Το έτος 2001 άσκησαν αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ, η οποία εκδικάστηκε το έτος 2006.

Η απόφαση ήταν και πάλι απορριπτική, ενώ επιδοθηκε το έτος 2007, ήτοι 13 έτη μετά την αρχική αίτηση στο ΜΤΣ.

ΙΙ. Νομικό Πλαίσιο

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην Απόφασή του έκανε μνεία:

α) στο Συμβούλιο των Υπουργών το οποίο σε απόφασή του στις 6 Ιουνίου 2007, σχετικά με την υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών ενώπιον των ελληνικών διοικητικών δικαστηρίων και την απουσία πραγματικής προσφυγής αποφάσισε ότι:

– Υπάρχει μεγάλος αριθμός των αποφάσεων του ΕΔΔΑ με τις οποίες διαπιστώνεται ότι η Ελλάδα παραβιάζει συστηματικά την ΕΣΔΑ αναφορικά με την υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον των διοικητικών Δικαστηρίων, ιδίως ενώπιον του ΣτΕ,

– Δεν προβλέπεται από τον Ελληνικό Νόμο ειδική προσφυγή με την οποία να αναγνωριστεί το δικαίωμά των Ελλήνων σε «δίκη εντός εύλογης προθεσμίας», όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και

– Η υπερβολική διάρκεια στην απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα.

β) στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, που ορίζει ότι:

«Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, νομίμως λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίση είτε επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως…»

ΙΙΙ. Η Απόφαση

α) Η ευθύνη του διοικούμενου

Η Ελληνική Κυβέρνηση αρχικά ισχυρίστηκε ότι οι ίδιοι οι Πολίτες φέρουν ευθύνη διότι δεν φρόντισαν να λάβουν την απόφαση του ΣτΕ αμέσως μόλις εκδόθηκε.

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι:

“Το Δικαστήριο θεωρεί ότι η προθεσμία ανάμεσα στην ημερομηνία κατά την οποία οι προσφεύγοντες μπορούσαν να λάβουν αντίγραφο της απόφασης αυτής και την ημερομηνία κατά την οποία έλαβαν γνώση αυτής δεν επιδέχεται κριτική και ότι δεν μπορεί να τους καταλογιστεί ότι έμειναν αδρανείς για μακρύ χρονικό διάστημα ή ότι δεν υπήρξαν επιμελείς. Αυτό ενισχύεται από το ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ήδη ότι δεν μπορούμε να απαιτούμε από τον πολίτη να πηγαίνει να ενημερώνεται καθημερινά για την ύπαρξη απόφασης που δεν του κοινοποιήθηκε ποτέ

β) Πότε λήγει χρονικά μία “δίκη”

Βασικό χαρακτηριστικό της “δίκαιης δίκης” κατά την ΕΣΔΑ είναι η εύλογη διάρκειά της. Ερώτημα, λοιπόν, τίθεται ως προς τα όρια της. Ακόμα και αν αυτά είναι ευδιάκριτα ως προς την έναρξη, η οποία ταυτίζεται χρονικά με την κατάθεση της αίτησης από τον διοικούμενο, υπάρχει ερώτημα ως προς τη λήξη. Θα είναι ο χρόνος έκδοση της απόφασης; Ο χρόνος της καθαρογραφής; Ο χρόνος της επίδοσης της απόφασης ή κάτι άλλο;

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι :

Επιπλέον, η καθαρογραφή και επικύρωση της απόφασης είναι απαραίτητη προκειμένου να αρχίσουν οι ενέργειες που ενδεχομένως είναι απαραίτητες για την εκτέλεσή της. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει στο σημείο αυτό ότι η εκτέλεση μιας απόφασης, οποιουδήποτε δικαστηρίου, πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της «δίκης» υπό την έννοια του άρθρου 6

γ) Ποιός είναι ο “εύλογος” χρόνος για μια δίκαιη δίκη;

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι :

…ο εύλογος χαρακτήρας της διάρκειας μιας διαδικασίας πρέπει να κρίνεται ιδίως με βάση την δυσκολία της υπόθεσης και την συμπεριφορά του προσφεύγοντα και των αρμοδίων αρχών καθώς και με βάση το διακύβευμα της διαφοράς για τον ενδιαφερόμενο…

Με λίγα λόγια:

– αν η υπόθεση είναι πολυσύνθετη,

– αν η υπόθεση δεν έχει μεγάλη σημασία για τον διοικούμενο ή 

– αν ο τελευταίος κάνει χρήση διαρκών αναβολών ή καθυστερεί υπαίτια,

το Κρατος δεν φέρει ευθύνη ή, εν πάση περιπτώσει, η συμπεριφορά αυτή συνυπολογίζεται για την κρίση περί του “εύλογου χρόνου”.

Αν όμως ο διοικούμενος ενήργησε με καλή πίστη και η υπόθεση καθυστέρησε για λόγους ανεξάρτητους με τις πράξεις του, τότε το Κράτος φέρει ακέραια ευθύνη αφού:

“… το Δικαστήριο επαναλαμβάνει ότι εναπόκειται στα συμβαλλόμενα Κράτη να οργανώσουν το δικαστικό τους σύστημα έτσι ώστε τα δικαστήριά τους να μπορούν να εγγυώνται σε καθέναν το δικαίωμα να πετυχαίνει μια οριστική απόφαση σχετικά με τις αμφισβητήσεις των δικαιωμάτων και αστικής φύσης υποχρεώσεών τους εντός εύλογης προθεσμίας”.

δ) Ποιός έχει το βασικό “καθήκον επιμελείας” της δίκης;

Η Ελληνική Κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι οι προσφεύγοντες θα έπρεπε να έχουν κάνει “αίτηση προτίμησης” προκειμένου να εξεταστεί η υπόθεσή τους συντομότερα από τα Ελληνικά Δικαστήρια. 

Το ΕΔΔΑ έκρινε όμως ότι:

…το καθήκον επιμέλειας στην απονομή της δικαιοσύνης ανήκει πρώτα πρώτα στις αρμόδιες αρχές. Συνεπώς, η ενδεχόμενη παράλειψη των προσφευγόντων να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να επιταχύνουν την διαδικασία δεν αναπληρώνει την γενική υποχρέωση του Κράτους να εγγυάται την διεξαγωγή της διαδικασίας εντός ευλόγου χρόνου…”

ΙV. Λοιπές Παρατηρήσεις του ΕΔΔΑ για την Ελλάδα

Στην ίδια υπόθεση το Δικαστήριο του Στρασβούργου χρησιμοποίησε αιχμηρή γλώσσα για τη χώρα μας και τις δυσλειτουργίες στην απονομή δικαιοσύνης, σε ένα κείμενο 8.000 λέξεων. Κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

“…το Δικαστήριο θεωρεί ότι συντρέχει λόγος να εφαρμόσει στην υπό κρίση υπόθεση την διαδικασία της πιλοτικής απόφασης, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τον χρόνιο και επίμονο χαρακτήρα των εν λόγω προβλημάτων, τον σημαντικό αριθμό των ατόμων που αυτά αφορούν στην Ελλάδα και την επείγουσα ανάγκη να προσφέρει σε αυτά μια γρήγορη και κατάλληλη αποκατάσταση σε εθνικό επίπεδο”.

“…η Επιτροπή Υπουργών κάλεσε την Ελλάδα, λόγω της σοβαρότητας του συστημικού προβλήματος που βρίσκεται στην βάση των παραβιάσεων, να επιταχύνει την υιοθέτηση ενός νέου σχεδίου νόμου που θα στόχευε την επιτάχυνση των διαδικασιών ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων…”

“…ο δομικός χαρακτήρας του προβλήματος που εντοπίστηκε στην παρούσα απόφαση επιβεβαιώνεται από το ότι ενώπιον του Δικαστηρίου εκκρεμούν πάνω από διακόσιες υποθέσεις κατά της Ελλάδας και συναφείς, ολικά ή μερικά, με την διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών. Μεταξύ των υποθέσεων αυτών περίπου εκατό αφορούν μόνο τις διαδικασίες ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων…”

Για την ολοκληρωμένη αντίληψη επί της υπόθεσης, αναφέρουμε ότι το τελικό ποσό που επιδικάστηκε για την ηθική βλάβη των προσφευγόντων από την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης ανήλθε σε 14.000 Ευρώ για κάθε έναν από αυτούς.

Η Κατάσταση Σήμερα

Το πρόβλημα, ωστόσο, μια δεκαετία αργότερα παραμένει εξίσου έντονο αν όχι οξυμένο. Τα μέτρα που ελήφθησαν αποδείχτηκαν όχι απλά ανεπαρκή αλλά στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που υποδεικνύει η Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Δικαστήριο.

Τούτο διότι η Σύμβαση, στα πλαίσια του άρθρου 6 επιβάλλει, όχι μόνο την τη ταχεία εξέταση της εκδίκασης της υπόθεσης κάθε προσώπου, αλλά και την διευκόλυνση του προσώπου σε προσφυγή στη Δικαιοσύνη.

Στη χώρα μας, για την επιτάχυνση της Φορολογικής Δικαιοσύνης, εισαγάγαμε νομοθετήματα τα οποία υποχρεώνουν τον φορολογούμενο να καταβάλει το 50% ενός προστίμου πριν αποκτήσει τη δυνατότητα να προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια. Αυξήσαμε τα έξοδα των ενδίκων βοηθημάτων για φορολογικές και τελωνειακές διαφορές, ενώ επιβλήθηκαν επιπλέον αυτοτελή παράβολα για τις συγκεκριμένες δίκες.

Επομένως, ενώ το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου επέβαλε στην Ελλάδα να λάβει συγκεκριμένα διοικητικά και οργανωτικά μέτρα για την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης, ιδιαίτερα της Διοικητικής, η Ελληνική Κυβέρνηση έλαβε μέτρα για τον περιορισμό της δυνατότητας προσφυγής σε αυτή. Με τον τρόπο αυτό θεώρησε ότι θα περιόριζε τις Φορολογικές Διαφορές που εισάγονται προς συζήτηση, ιδιαίτερα τις υποθέσεις μικρού αντικειμένου.

Αυτό, εν μέρει, το πέτυχε.

Ακόμα όμως και εαν δεχτούμε ότι έτσι “αποφορτίζονται” τα δικαστήρια, με τι κόστος γίνεται αυτό;

Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετές από τις παραπάνω ρυθμίσεις κρίθηκαν από τους Έλληνες δικαστές αντισυνταγματικές ή αντίθετες προς την ΕΣΔΑ και δεν εφαρμόστηκαν.

Αν η “λύση” που προκρίνεται, λοιπόν, είναι η οικονομική παρεμπόδιση του φορολογούμενου να προσφύγει στα Δικαστήρια, η χώρα μας θα εξακολουθεί να καταδικάζεται για την παραβίαση της Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από το Δικαστήριο του Στρασβούργου, απλώς με διαφορετική νομική βάση.

Αν διαβλέπουμε σαν λύση τις διοικητικές διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης των φορολογικών διαφορών, όπως αυτές που τα τελευταία χρόνια εφαρμόζονται, θα πρέπει να έχουμε κατα νου ότι αυτές θα βοηθήσουν στην επίλυση του προβλήματος, μόνο στο βαθμό που αντιμετωπιστούν από την ίδια Διοίκηση ως μέτρο αυτοπεριορισμού της διοικητικής αυθαιρεσίας και όχι ως μέτρο καθυστέρησης του διοικούμενου από την προσφυγή στον φυσικό του Δικαστή.

Στην περίπτωση αυτή θα έχουμε κάνει ένα σημαντικό βήμα.

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα που άπτεται της φορολογικής δικαιοσύνης.