Skip to content

Αρθρογραφία

H Παραμόρφωση Περιεχομένου Εγγράφου Ως Λόγος Αναίρεσης

H Παραμόρφωση Περιεχομένου Εγγράφου Ως Λόγος Αναίρεσης

Παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου, που ιδρύει τον αναιρετικό λόγο από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, υφίσταται όταν το δικαστήριο της ουσίας από εσφαλμένη ανάγνωση αποδεικτικού εγγράφου, δέχθηκε ως περιεχόμενό του κάτι διαφορετικό από το πραγματικό. 

Κατά την έννοια της διάταξης αυτής η παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας υποπίπτει σε διαγνωστικό λάθος («εσφαλμένη ανάγνωση»), αποδίδει δηλ. σε ορισμένο αποδεικτικό έγγραφο, περιεχόμενο προφανώς διαφορετικό εκείνου που πραγματικά έχει, εξαιτίας του οποίου καταλήγει σε επιζήμιο, για τον αναιρεσείοντα, πόρισμα ως προς πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκη.

Αντίθετα, όμως, παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου δεν υπάρχει όταν το δικαστήριο, εκτιμώντας το έγγραφο ως αποδεικτικό μέσο, προβαίνει σε εκτίμηση του αληθινού περιεχομένου του, που έχει διαγνωσθεί σωστά, δηλ. σε αποδεικτική αξιολόγησή του, και συνάγει, έστω και εσφαλμένα, αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που θεωρεί ορθό ο αναιρεσείων, διότι πράγματι στην τελευταία αυτή περίπτωση πρόκειται για αιτίαση αναφερομένη στην εκτίμηση πραγμάτων, η οποία δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (άρθ. 561§1 ΚΠολΔ). 

Η παραμόρφωση μπορεί να γίνει θετικά, με την μεταβολή του κειμένου του εγγράφου, ή αρνητικά, με την παράλειψη κρίσιμων περικοπών, και πρέπει ν’ αναφέρεται σε ουσιώδη πραγματικό ισχυρισμό.

Για να θεμελιώνεται, δηλαδή, ως λόγος αναίρεσης η παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου, θα πρέπει το δικαστήριο της ουσίας να έχει στηρίξει το αποδεικτικό του πόρισμα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στο έγγραφο που φέρεται ότι παραβιάσθηκε κατά το περιεχόμενό του.

Δεν αρκεί, έτσι, ότι το συνεκτίμησε απλώς με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξάρει το περιεχόμενό του σε σχέση με το αποδεικτικό πόρισμα στο οποίο κατέληξε και το οποίο, εξάλλου, θα πρέπει να είναι επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα, αναφορικά με πράγματα που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. 

Έννοια Εγγράφου

Δεν συνιστούν έγγραφο κατά την έννοια του αρθρ. 559 αριθ. 20 ΚΠολΔ εκείνα που δεν χαρακτηρίζονται κατά τα αρθρ. 339 και 432 – 449 του ΚΠολΔ ως αποδεικτικά έγγραφα και απλώς αποτυπώνουν στο περιεχόμενο τους άλλα αποδεικτικά μέσα, όπως είναι οι εκθέσεις με τις γνωμοδοτήσεις πραγματογνωμόνων ή προσώπων με ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οι βεβαιώσεις τρίτων ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή τα πρακτικά των δικαστηρίων και οι εκθέσεις του εισηγητή δικαστή που περιέχουν τις καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, καθώς και οι εκθέσεις με τις καταθέσεις μαρτύρων στην ποινική διαδικασία. 

Αντίθετα συνιστούν έγγραφα κατά την παραπάνω έννοια οι αποφάσεις των ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων κατά το μέρος που έχουν αποδεικτική δύναμη ως προς τα βεβαιούμενα σ’ αυτές πραγματικά περιστατικά ή ως προς το περιεχόμενο των διατάξεων τους και όχι βεβαία ως προς το περιεχόμενο των τυχόν διαλαμβανόμενων σ’ αυτές μαρτυρικών καταθέσεων (ΑΠ 1056/2014). 

Ορισμένο Αίτησης Αναίρεσης

Ο ίδιος λόγος αναίρεσης (δλδ η παραμόρφωση περιεχομένου εγγράφου) για να είναι ορισμένος, θα πρέπει στο αναιρετήριο να προσδιορίζονται:

  • το αληθινό περιεχόμενο του φερόμενου ως παραμορφωθέντος εγγράφου, 
  • το περιεχόμενο που προσέδωσε σ’ αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε από τη σύγκριση να καθίσταται εμφανές το διαγνωστικό σφάλμα της, 
  • ο ουσιώδης πραγματικός ισχυρισμός για την απόδειξη ή την ανταπόδειξη του οποίου χρησιμοποιήθηκε το έγγραφο και
  • το επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα αποδεικτικό πόρισμα, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο εξαιτίας της παραμόρφωσης του εγγράφου (ΑΠ 1663/2013). 

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την αναίρεση λόγω παραμόρφωσης περιεχομένου εγγράφου .