Η Υποχρεώση Καταβολής Αποζημίωση Απόλυσης
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 3198/ 1955 (όπως τροποποιήθηκε από την παρ.4 άρθρ. 2 Ν.2556/1997 και με το άρθρο 48 Ν.4611/2019), “η καταγγελία της εργασιακής σχέσης θεωρείται έγκυρη, μόνο αν οφείλεται σε βάσιμο λόγο, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (…) έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για τον ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ) μισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόμενος.
Σε περίπτωση αμφισβήτησης, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων έγκυρης καταγγελίας φέρει ο εργοδότης. Η καθυστέρηση δόσης της αποζημίωσης (…) οφειλόμενες και η μη καταχώρηση κατά τα ανωτέρω του εργαζόμενου στα μισθολόγια του Ι.Κ.Α. ή η μη ασφάλισή του συνεπάγονται την ακυρότητα της καταγγελίας και ο διαδρομών χρόνος θεωρείται ως χρόνος συνέχισης της εργασίας του. Στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης υποχρεούται στην καταβολή του συνόλου των εργοδοτικών εισφορών προς το Ι.Κ.Α. και τους λοιπούς ασφαλιστικούς οργανισμούς, χωρίς να δικαιούται να αναζητήσει την αποζημίωση που κατέβαλε. Η αποζημίωση που έχει καταβληθεί συμψηφίζεται με τις οφειλόμενες λόγω της ακύρωσης της καταγγελίας τακτικές αποδοχές, ο δε υπάλληλος υποχρεούται να καταβάλει στο Ι.Κ.Α. ή άλλους ασφαλιστικούς οργανισμούς τις αναλογούσες σε αυτόν εργοδοτικές εισφορές”
Επομένως, σύμφωνα με τα παραπάνω, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας θεωρείται έγκυρη, εφόσον:
- γίνει εγγράφως και
- καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση.
Εξαιρέσεις Στην Υποχρέωση
Κατ’ εξαίρεση, εξάλλου, της γενικής ως άνω αρχής, περί υποχρεώσεως του εργοδότη, για καταβολή αποζημίωσης στον απολυόμενο μισθωτό, προβλέπονται από το νόμο περιπτώσεις, κατά τις οποίες είναι δυνατή η απόλυση των μισθωτών και χωρίς να καταβληθεί αποζημίωση.
Οι περιπτώσεις αυτές είναι:
- Όταν απολύεται μισθωτός, που δεν έχει συμπληρώσει υπηρεσία δύο μηνών στον εργοδότη, από την εργασία του οποίου απολύεται,
- Όταν πρόκειται για απόλυση μισθωτού, που είναι ασφαλισμένος στο ΙΚΑ, πλην δεν αμείβεται από τον εργοδότη, αλλά από τρίτους, υπαγόμενος στην κατηγορία των τεκμαρτών ημερομισθίων (άρθρο 26 παρ. 1 Α.Ν. 1846|1951),
- σε περίπτωση σιωπηρής καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τον μισθωτό, όταν απέχει από την εργασία του λόγω ασθενείας, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τα επιτρεπόμενα από το νόμο χρονικά όρια,
- Όταν η απόλυση επέρχεται, συνεπεία διακοπής των εργασιών της επιχείρησης, λόγω πυρκαγιάς ή άλλου περιστατικού ανώτερης βίας, για τα οποία δεν είναι ασφαλισμένος ο εργοδότης. Εάν όμως ο εργοδότης είναι ασφαλισμένος για τους ανωτέρω κινδύνους, υποχρεούται να καταβάλει τα 2|3 της οφειλόμενης αποζημίωσης,
- Όταν η απόλυση γίνεται συνεπεία δόλιας (αντισυμβατικής) συμπεριφοράς του μισθωτού. Όταν δηλαδή ο μισθωτός, με σκοπό να εξαναγκάσει τον εργοδότη του να τον απολύσει και να του καταβάλει αποζημίωση, παραβαίνει επίτηδες τις συμβατικές του υποχρεώσεις,
- Σε περίπτωση απόλυσης του μισθωτού, μετά από υποβολή μήνυσης εναντίον του, για αξιόποινη πράξη, που διέπραξε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του ή μετά από απαγγελία κατηγορίας εναντίον του, για αδίκημα, γενικά, που έχει χαρακτήρα τουλάχιστον πλημμελήματος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση το αδίκημα πρέπει να έχει σχέση με την εκτέλεση της εργασίας του ή να την επηρεάζει.
Η Αρχή Της Καλής Πίστης
Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη των συναλλακτικών ηθών.
Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται σαφώς ότι δεν επέρχεται ακυρότητα της καταγγελίας, αν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες η μη καταβολή από τον εργοδότη ολόκληρης της οφειλόμενης αποζημίωσης είναι δικαιολογημένη κατά τις αρχές της καλής πίστεως, αποδιδόμενη όχι σε κακοβουλία, αλλά σε:
- εύλογη αμφιβολία,
- συγγνωστή πλάνη ή
- παραδρομή ως προς το ακριβές ποσό αυτής.
Τα περιστατικά αυτά, εισφερόμενα στη διαδικασία από τον εναγόμενο εργοδότη με αίτημα τη διάσωση του κύρους της καταγγελίας, συνιστούν ένσταση.
Η εύλογη αμφιβολία καταλαμβάνει όχι μόνο δυσχέρεια περί την ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων, αλλά, γενικά, όλο το φάσμα της υπόθεσης, νομικό και πραγματικό.
Συγγνωστή πλάνη, εξάλλου, συντρέχει, στην περίπτωση καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους του εργοδότη και αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης στον μισθωτό, όταν ο εργοδότης, αν και κατέβαλε την, κατ’ αντικειμενική κρίση, επιμέλεια, την οποία κάθε συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, λαμβανομένων υπόψη του και των πνευματικών και επαγγελματικών του ικανοτήτων, οφείλει να επιδείξει στις συναλλαγές του, δεν μπόρεσε να διαγνώσει την από το νόμο απορρέουσα υποχρέωσή του, ήτοι να καταβάλει στον απολυόμενο την σχετική αποζημίωση, πιστεύοντας καλόπιστα ότι δεν έχει τέτοια υποχρέωση ή ότι η υποχρέωσή του αυτή εκπληρώνεται με την καταβολή του χρηματικού ποσού, που πρόσφερε, για το σκοπό αυτό, στον εργαζόμενο (ΑΠ 918/2013).
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα εργατικού δικαίου.