Skip to content

Αρθρογραφία

Η Ακάλυπτη Μεταχρονολογημένη Επιταγή Εταιρείας

Αξιόγραφο είναι τυποποιημένο έγγραφο που προβλέπεται από το νόμο το οποίο ενσωματώνει ένα δικαίωμα με τέτοιο τρόπο, ώστε για την ενάσκηση και τη μεταβίβαση του δικαιώματος να είναι απαραίτητη η κατοχή του εγγράφου.

Επιταγή είναι το αξιόγραφο με το οποίο ο εκδότης του εγγράφου δίνει εντολή στον πληρωτή (πληρώτρια τράπεζα) να πληρώσει στο όνομά του (εκδότη) ένα ορισμένο χρηματικό ποσό στον κομιστή της.

Για να είναι έγκυρη η επιταγή πρέπει να γράφει το όνομα της πληρώτριας τράπεζας, να φέρει τη λέξη “επιταγή”, τον τόπο και χρόνο έκδοσης, την εντολή πληρωμής συγκεκριμένου ποσού, τον τόπο πληρωμής και να έχει την υπογραφή του εκδότη. Η επιταγής, ωστόσο, μπορεί να είναι ατελής ή και μεταχρονολογημένη.

Έκδοση Ακάλυπτης Επιταγής

Σύμφωνα με τον Ν.  5960/1933 ”περί επιταγής”:

…εκείνος που εκδίδει επιταγή η οποία δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, γιατί δεν είχε σ’ αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της έκδοσης της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και με χρηματική ποινή…”. 

Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό.

Αντικειμενική Υπόσταση

Για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ακάλυπτης επιταγής, απαιτείται: 

  1. Έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, 
  2. Υπογραφή του εκδότη, στην οικεία θέση, αδιάφορα αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου και εταιρίας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί λογαριασμού του άλλου ή της εταιρίας. 
  3. Εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή, ήτοι εντός οκτώ (8) ημερών από της επομένης της εκδόσεώς της (άρθρ. 29 σε συνδ. με άρθρ. 56 του άνω νόμου “περί επιταγής”) και
  4. Έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στον πληρωτή, τόσο κατά το χρόνο έκδοσης, όσο και κατά το χρόνο εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, υποκειμενικά δε, γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή της έκδοσης επιταγής που είναι ακάλυπτη. 
Ευθύνη Εκπροσώπου Εταιρείας 

Σύμφωνα με το ανωτέρω (ΙΙ), αν κάποιος εκδώσει ακάλυπτη επιταγή ως νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου για λογαριασμό του τελευταίου, δράστης του αδικήματος αυτού είναι ο ενεργών ως όργανο του νομικού προσώπου, ο οποίος με την προγενέστερη άδικη συμπεριφορά του φέρει ο ίδιος την ποινική ευθύνη για την ποινή που προβλέπεται στο άρθρο 79 ν. 5960/1933 και υπέχει νομική υποχρέωση κάλυψης της επιταγής, εφόσον ενήργησε γνωρίζοντας τα στοιχεία του αδικήματος και το ενδεχόμενο να υπάρχει έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στο λογαριασμό του νομικού προσώπου με χρέωση του οποίου είναι πληρωτέα η επιταγή κατά το χρόνο έκδοσης ή της πληρωμής αυτής.

Υποκειμενική Υπόσταση

Ειδικότερα, αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, εξέλιπε από αυτό η παλαιότερη πρόβλεψη, η οποία, ενόψει του ότι έκανε λόγο για έκδοση ακάλυπτης επιταγής “εν γνώσει” του δράστη (“άμεσος δόλος”), άφηνε έξω από την περιγραφή της αναγκαίας για την κατάφαση του εγκλήματος υπαιτιότητας του εκδότη τον κοινό (πρόθεση) και ενδεχόμενο δόλο. Με τη νέα δηλαδή ρύθμιση, αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξης.

Άρα, για να είναι αξιόποινη η πράξη της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, αρκεί ο εκδότης αυτής σε επίπεδο γνωστικό να γνωρίζει ακόμη και ως ενδεχόμενο και σε επίπεδο βουλητικό να επιδιώκει ή απλά να αποδέχεται όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω εγκλήματος, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων.

Όταν, συνεπώς, στην καταδικαστική απόφαση για έκδοση ακάλυπτης επιταγής διαλαμβάνεται ότι ο δράστης ενήργησε από πρόθεση (με δόλο), σημαίνει ότι αυτός γνωρίζει και αποδέχεται όλα τα στοιχεία που κατά νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης του Ν. 5960/1933, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στην πληρώτρια Τράπεζα. 

Μεταχρονολογημένη Επιταγή

Εξάλλου, η επιταγή μπορεί να εκδοθεί και μεταχρονολογημένη, δηλαδή να φέρει ημερομηνία έκδοσης μεταγενέστερη από την πραγματική. 

Στην περίπτωση αυτή, κατά την έννοια του ίδιου νόμου 5960/1933, το προβλεπόμενο και τιμωρούμενο από την πρώτη αυτών ως άνω έγκλημα, συντελείται όταν η μεταχρονολογημένη επιταγή εμφανιστεί προς πληρωμή και δεν πληρωθεί, λόγω έλλειψης αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο ανάμεσα στην ημέρα της πραγματικής έκδοσης και την ημέρα κατά την οποία παρέρχεται η προθεσμία προς εμφάνιση, δηλαδή, κατ’ άρθρο 56 του ν. 5960/1933, από την επομένη της πραγματικής έκδοσης της επιταγής, μέχρι και την όγδοη ημέρα από την επομένη της ημέρας που αναγράφεται σε αυτήν ως ημέρα έκδοσης (ΑΠ 792/2019). 

Αν κατά τον χρόνο αυτό ο εκδότης της μεταχρονολογημένης επιταγής δεν έχει κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, κατά τον ίδιο χρόνο τελεί το ανωτέρω έγκλημα. Τέλος, το αξιόποινο του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής δεν επηρεάζεται από την έλλειψη οποιασδήποτε αιτίας ή οφειλής του εκδότη, γιατί το έγκλημα αυτό, εν όψει της φύσης της επιταγής ως χρηματικού μέσου πληρωμής και της ανάγκης προστασίας των συναλλαγών, πραγματώνεται με μόνη την έκδοση ή μη πληρωμή της ακάλυπτης επιταγής, χωρίς να ασκεί επιρροή η εσωτερική σχέση μεταξύ εκδότη και λήπτη της επιταγής, δεδομένου ότι στο πεδίο του ποινικού δικαίου δεν ερευνάται η αιτία έκδοσης. 

Εξάλλου, δεν αίρεται το άδικο της πράξης ούτε αν η ενσωματωμένη στην επιταγή απαίτηση είναι αγώγιμη ή δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά του εκδότη, λόγω της ανύπαρκτης ή της παράνομης αιτίας. Αρκεί ότι η επιταγή, ως αξιόγραφο, έχει τα τυπικά στοιχεία της εγκυρότητας.

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με τις επιταγές.