Skip to content

Αρθρογραφία

Ο Συμψηφισμός Εμπορικών Απαιτήσεων

συμψηφισμος απαιτησεων

Συμψηφισμός είναι η απόσβεση αμοιβαίων απαιτήσεων δύο προσώπων που επέρχεται με το συνυπολογισμό τους.

Στην περίπτωση των εμπορικών απαιτήσεων, ο συμψηφισμός επιτρέπει την είσπραξή τους, ανεξαρτήτως της συμφωνίας του αντισυμβαλλομένου.

Νομικό Πλαίσιο

Τα άρθρα 440 και 441 Α.Κ. που ρυθμίζουν το συμψηφισμό ορίζουν:

Ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ δύο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες“, και

Συμψηφισμός επέρχεται αν ο ένας τον επικαλεστεί με δήλωση προς τον άλλο. Η πρόταση συμψηφισμού επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν“. 

Μονομερής Συμψηφισμός

Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι το διαπλαστικό δικαίωμα της πρότασης του συμψηφισμού δημιουργείται από τη στιγμή που δύο αντίθετες απαιτήσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού θα συνυπάρξουν. 

Ο δικαιούχος της κάθε απαίτησης έχει συνεπώς από το χρονικό αυτό σημείο το δικαίωμα να αποσβέσει την απαίτηση του δανειστή του (“κύρια ή ενεργητική απαίτηση”), προτείνοντας την ανταπαίτησή του (“παθητική απαίτηση”) σε συμψηφισμό, επέρχεται δε με την πρότασή του απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων στο μέτρο κατά το οποίο καλύπτονται αναδρομικά, ανεξάρτητα από το αν θα γίνει ή όχι αποδεκτή από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. 

Μέχρι να γίνει η περί τούτου δήλωση, οι αμοιβαίες απαιτήσεις διατηρούν τη νομική τους υπόσταση, υποκείμενες  αυτοτελώς σε κάθε αλλοίωση, όπως μεταβίβαση, άφεση, παραγραφή, υπερημερία, απόσβεση κ.λπ.

Όταν όμως προταθεί ο συμψηφισμός, οι απαιτήσεις αυτές αποσβέννυνται από το χρόνο που συνυπήρξαν. Λόγω δε της αναδρομικής ενέργειας της απόσβεσης, όλες οι ανωτέρω αλλοιώσεις ανατρέπονται αυτοδικαίως και αναδρομικώς με αποτέλεσμα να αναιρείται η τυχόν υπερημερία, οι παραχθέντες τόκοι, η κατάπτωση της ποινικής ρήτρας κ.λπ., κάθε δε ποσό που καταβλήθηκε εξαιτίας αυτών αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν (ΑΠ 610/2015).

Προϋποθέσεις Συμψηφισμού

Απαίτηση και ανταπαίτηση πρέπει να είναι τέλειες, δηλαδή να είναι ληξιπρόθεσμες, να μην τελούν υπό αίρεση ή προθεσμία, να μην υπόκεινται σε ανατρεπτική ή αναβλητική ένσταση και να είναι αγώγιμες, δηλαδή να μην είναι απλώς φυσικές ενοχές. Ο νόμος δεν απαιτεί, ως όρο του συμψηφισμού, ταυτότητα του νομικού λόγου που στηρίζει τις αμοιβαίες απαιτήσεις ή συνάφεια της αιτίας τους αλλά ούτε και επιβάλλει η ανταπαίτηση που αντιτάσσεται προς συμψηφισμό να είναι εκκαθαρισμένη. 

Γίνεται δεκτό από τη νομολογία, ότι ληξιπρόθεσμη μπορεί να είναι μόνο η ανταπαιτηση, όχι και η απαίτηση, γι’ αυτό κύρια απαίτηση υπό προθεσμία μπορεί να συμψηφιστεί με ανταπαίτηση ληξιπρόθεσμη. 

Αυτονόητο είναι ότι βασικό στοιχείο του συμψηφισμού είναι η ύπαρξη και εγκυρότητα των  συμψηφιζομένων απαιτήσεων  Έτσι, αν μία από τις απαιτήσεις δεν υπάρχει ή η σχετική σύμβαση  από την οποία πηγάζει είναι άκυρη, ο συμψηφισμός δεν επιφέρει απόσβεση της άλλης απαίτησης. Η πρόταση του συμ­ψηφισμού μπορεί να λάβει χώρα είτε εξώδικο είτε ενώπιον του δικαστηρίου με τη μορφή ένστασης.

Η πρόταση του συμψηφισμού μπορεί να λάβει χώρα είτε εξώδικα είτε ενώπιον δικαστηρίου με τη μορφή ένστασης (άρθρο 442 Α.Κ.). Πρόταση συμψηφισμού που γίνεται πριν από τη δίκη ή κατά τη διάρκειά της με εξώδικη δήλωση προς τον αντίδικο του συμψηφίζοντος επιφέρει την απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν. 

Μεταγενέστερη σε δίκη επίκληση του εξώδικου συμψηφισμού δεν αποτελεί προβολή της ομώνυμης ενστάσεως αλλά διαδικαστική πράξη, με την οποία ανακοινώνεται στο δικαστήριο ότι η επίδικη απαίτηση έχει αποσβεστεί. Ουσιαστικά πρόκειται περί ενστάσεως εξοφλήσεως της επίδικης απαιτήσεως που επήλθε με το συμψηφισμό.

Συμψηφισμός Με Σύμβαση

Μόνη η ρύθμιση με τις παραπάνω διατάξεις του μονομερούς ή αναγκαστικού συμψηφισμού δεν αποκλείει, ενόψει και της καθιερούμενης με την ΑΚ 361 αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων, τη δυνατότητα αποσβέσεως αμοιβαίων απαιτήσεων με συμψηφισμό, κατόπιν συμφωνίας των ενδιαφερομένων μερών.

Το περιεχόμενο μιας τέτοιας συμβάσεως, που είναι έγκυρη εφόσον δεν αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη του νόμου ή στα χρηστά ήθη, καθορίζουν ελεύθερα τα μέρη, τα οποία μπορούν να συμφωνήσουν τον συμψηφισμό των μεταξύ των υφισταμένων απαιτήσεων και χωρίς ν’ απαιτείται πρόταση συμψηφισμού, με δήλωση του ενός συμβαλλομένου προς τον άλλον. 

Η σύμβαση περί συμψηφισμού, η οποία μπορεί να τεθεί και υπό αίρεση είτε αναβλητική είτε διαλυτική, είναι δυνατόν να αφορά και απαιτήσεις μέλλουσες, με αποτέλεσμα να επέρχεται αυτοδικαίως η λόγω συμψηφισμού απόσβεση, μόλις γεννηθούν και συνυπάρξουν αντιμέτωπες απαιτήσεις μεταξύ των μερών.

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με τον συμψηφισμό των εμπορικών σας απαιτήσεων.