Εξωεταιρική Συμφωνία Μετόχων (Shareholders’ agreement – SHA) είναι η σύμβαση μεταξύ των μετόχων μιας Ανώνυμης Εταιρείας (ή μεταξύ των μετόχων και τρίτων ή και της ίδιας της εταιρίας), η οποία αφορά την εταιρική σχέση.
Σύμφωνα με τις 1123/2013 και 569/2007 ΠολΠρΑθ, «Υπό τον όρο συμφωνίες μεταξύ μετόχων ή εξωεταιρικές συμβάσεις νοούνται οι συμβάσεις μεταξύ των μελών μιας εταιρίας, στην περίπτωση της ανώνυμης εταιρίας μετόχων, οι οποίες αφορούν την ενάσκηση εταιρικών δικαιωμάτων, το status ή και το μέλλον της ίδιας της εταιρικής συμμετοχής ή ακόμα γενικότερα ρυθμίζουν σχέσεις των μετόχων προς την εταιρία (λ.χ. χρηματοδότηση, άσκηση επιχειρηματικής πολιτικής) ή σχέσεις της εταιρίας προς τρίτους».
Η Εξωεταιρική Συμφωνία Μετόχων συνάπτεται όταν οι συμφωνίες που εμπεριέχονται σε αυτή, δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος του καταστατικού της Α.Ε.. Τούτο, λόγω του αναγκαστικού χαρακτήρα των κανόνων που διέπουν το δίκαιο της Α.Ε., το οποίο καθορίζεται αυστηρώς από τον Νόμο.
Για το λόγο αυτό, οι παραπάνω αποφάσεις αναφέρουν ότι η Εξωεταιρικές Συμφωνίες «δεν αποτελούν τμήμα του εταιρικού μηχανισμού, όμως τον αφορούν, αν και δεν δύνανται να αποτελέσουν στοιχείο της ιδρυτικής πράξης ή του καταστατικού».
Για παράδειγμα, συμφωνία μεταξύ των μετόχων μιας Ανώνυμης Εταιρείας για τα Δικαιώματα Συμπαράσυρσης (Drag Along Right) και τα Δικαιώματα Προσκολλήσεως (Tag Along Right), κατά κανόνα, δεν μπορούν να αποτελέσουν καταστατικό όρο, μπορούν όμως να είναι το αντικείμενο μιας Εξωεταιρικής Συμφωνίας.
Νομική Φύση
Σύμφωνα με την παραπάνω νομολογία, η Εξωεταιρική Συμφωνία Μετόχων συνάπτεται με σκοπό να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες των συμβαλλομένων. Θεμελιώνεται νομικά στη γενική αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (ΑΚ 361).
Μια Εξωεταιρική Συμφωνία έχει πάντοτε ενοχικό χαρακτήρα, ήτοι ενεργεί μόνον μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.
Ανάλογα με το περιεχόμενό της, μπορεί να υπάγεται στην έννοια της:
- σύμβασης εντολής (πχ συμφωνία δέσμευσης ψήφου),
- μίσθωσης έργου (πχ άσκησης έναντι αμοιβής του δικαιώματος ψήφου),
- ανεξαρτήτων υπηρεσιών (πχ δέσμευση της ψήφου για κάθε ή για περισσότερες Γ.Σ.),
- μεικτής σύμβασης,
- Αστικής Εταιρείας (ΑΠ 1448/2014),
οπότε ανάλογα προσδιορίζεται και το δίκαιο που τη διέπει.
Σύμφωνα με την ΑΠ 1448/2014, οι Εξωεταιρικές Συμφωνίες, με τις οποίες οι μέτοχοι ανώνυμης εταιρίας ρυθμίζουν σε ατομικό επίπεδο ζητήματα σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία αυτής και καθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ τους και με τρίτους ως προς την άσκηση των εταιρικών δικαιωμάτων τους, αποτελούν εκδήλωση της αρχής της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης και είναι έγκυρες, εφόσον δεν αντίκεινται σε διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, στις διατάξεις του οικείου καταστατικού και στις γενικές αρχές του δικαίου της ανώνυμης εταιρίας.
Οι εν λόγω συμφωνίες παράγουν ενοχικού χαρακτήρα έννομες συνέπειες, δικαιώματα και υποχρεώσεις μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων μερών και δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αυτών ως μετόχων της Α.Ε. ή ως μελών του Δ.Σ., ούτε το κύρος των αποφάσεων του Δ.Σ. ή της Γ.Σ. της Α.Ε., που έχουν τυχόν ληφθεί κατά παράβαση των εξωεταιρικών συμφωνιών, η υπαίτια μη τήρηση των οποίων θεμελιώνει υποχρέωση αποζημίωσης του αναίτιου εταίρου κατά τις σχετικές διατάξεις του ενοχικού δικαίου.
Σχέση Καταστατικού Και Εξωεταιρικής Συμφωνίας Μετόχων
Θεωρία
Παρότι υφίσταται αδιαμφισβήτητη ιεραρχική υπεροχή του καταστατικού έναντι μιας Εξωεταιρικής Συμφωνίας. Εντούτοις η τελευταία συνυπάρχει με το καταστατικό και λειτουργεί, καταρχήν, ανεξάρτητα από αυτό.
Ζήτημα, ωστόσο, τίθεται όταν το Καταστατικό έρχεται σε σύγκρουση με την Εξωεταιρική Συμφωνία ή όταν, συνηθέστερα, μέτοχος παραβιάσει την τελευταία και ψηφίσει αντίθετα με αυτή.
Περαιτέρω, έχουν διατυπωθεί δύο βασικές αρχές για τη σχέση μεταξύ Καταστατικού Και Εξωεταιρικής Συμφωνίας Μετόχων:
Η αρχή του χωρισμού μεταξύ καταστατικού και Εξωεταιρικής Συμφωνίας. Σύμφωνα με αυτή δεν επιτρέπεται καμία επιρροή της ενοχικής σφαίρας πάνω στην εταιρική σύμβαση. Η αυστηρά ενοχική φύση της Εξωεταιρικής Συμφωνίας, έχει ως αποτέλεσμα αυτή να παράγει έννομες συνέπειες μόνο αναφορικά με τις εσωτερικές σχέσεις των συμβαλλομένων.
Ταυτόχρονα, η παραβίασή τους έχει ως αποτέλεσμα να γεννάται αξίωση αποζημίωσης του συμβαλλομένου που ζημιώθηκε και όχι αξίωση για την εκτέλεση ή την ακύρωση κάποιας απόφασης που λήφθηκε στα πλαίσια της Γ.Σ.
Η αρχή της ενότητας μεταξύ καταστατικού και Εξωεταιρικής Συμφωνίας. Σύμφωνα με αυτή τόσο το καταστατικό όσο και οι εξωεταιρικές συμφωνίες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ένα ενιαίο οργανωτικό πλαίσιο λειτουργίας της ανώνυμης εταιρείας.
Με τη θεωρία αυτή η εταιρική πραγματικότητα διαμορφώνεται από κοινού τόσο από το καταστατικό όσο και από την Εξωεταιρική Συμφωνία των μετόχων της Α.Ε.
Νομολογία
Υπέρ της Αρχής Του Διαχωρισμού
Η νομολογία αναγνωρίζει παγίως ως κρατούσα την αρχή του χωρισμού ανάμεσα στο καταστατικό και τις εξωεταιρικές συμφωνίες μετόχων.
Σύμφωνα με την ΑΠ 1121/2006, νομολογήθηκε ότι «…η συμφωνία των μετόχων ισχύει μεταξύ των σε αυτή συμβληθέντων, μη έχουσα συνέπειες εταιρικού δικαίου και μη δεσμεύουσα τη μη συμβληθείσα σ’ αυτήν ανώνυμη εταιρία…».
Περαιτέρω, σύμφωνα με την 569/2007 ΠολΠρΑθ αποφασίστηκε ότι «οι εξωεταιρικές συμφωνίες έχουν ενοχικό πάντοτε χαρακτήρα, ήτοι ενεργούν μόνον μεταξύ των συμβαλλομένων μερών», ενώ στην 3265/1991 ΠολΠρΑθ έγινε δεκτό πως «Το γεγονός ότι μέτοχοι, μέλη μιας εξωεταιρικής ομάδος, προαποφάσισαν ή δεσμεύτηκαν να ψηφίσουν προς ορισμένη κατεύθυνση, δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στο συμπέρασμα ότι καταργήθηκαν οι διατάξεις εκείνες του νόμου και του καταστατικού που καθορίζουν τις αποκλειστικές και κυριαρχικές αρμοδιότητες του Δ.Σ. και της Γ.Σ. διότι, ανεξάρτητα από τις ενοχικής φύσεως δεσμεύσεις που δημιουργούνται μεταξύ των μελών της εξωεταιρικής ομάδος η Γ.Σ. και το Δ.Σ. δεν δεσμεύονται να ψηφίσουν προς την ίδια κατεύθυνση».
Επομένως, σύμφωνα με την παραπάνω κρατούσα νομολογία, η παραβίαση εξωεταιρικής συμφωνίας συναφθείσας ακόμα και από το σύνολο των μετόχων μιας ανώνυμης εταιρείας δεν αποτελεί λόγο ακυρότητας της αποφάσεως που λαμβάνεται από το εταιρικό όργανο του νομικού προσώπου.
Τούτο διότι μια τέτοια ενοχική συμφωνία δεν αναπτύσσει εταιρικού δικαίου συνέπειες, δεσμεύοντας μόνο τους συμβαλλόμενους και μη αναπτύσσοντας τριενέργεια σε βάρος της μη συμβληθείσας ανώνυμης εταιρείας.
Η τυχόν υιοθέτηση της αντίθετης άποψης, θα προσέδιδε «οιονεί» καταστατική ισχύ στην ενοχική σύμβαση χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για αυτό, παρακάμπτοντας βασικές δομικές αρχές του ισχύοντος δικαίου.
Υπέρ της Αρχής Της Ενότητας
Αντιθέτως, σύμφωνα με την με αρ. 5723/2006 ΠολΠρΑθ, «…δεν αποτελεί μια απλή εξωεταιρική συμφωνία μεταξύ μετόχων μιας ανώνυμης εταιρίας, δήθεν μη δεσμευτική για την εναγόμενη (εταιρία) και τα εταιρικά όργανά της, … διότι, υπό τις περιστάσεις (συμμετοχή στη σύμβαση απάντων των μετόχων), η σύμβαση καθίσταται ουσιώδες ερμηνευτικό και συμπληρωματικό κείμενο του καταστατικού για τη ρύθμιση του τρόπου διοίκησης της εναγόμενης (εταιρίας)».
Επομένως, σύμφωνα με την παραπάνω απόφαση, γίνεται σαφής διάκριση ανάμεσα σε μια εξωεταιρική συμφωνία η οποία συνάπτεται από μέρος μόνο των μετόχων μιας ΑΕ και σε μια «καθολική» εξωεταιρική συμφωνία που συνάπτεται από το σύνολο των μετόχων μιας Α.Ε.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση, σύμφωνα με την απόφαση, η εξωεταιρική συμφωνία αναπτύσσει τριτενέργεια και δεσμεύει και την εταιρεία, με αποτέλεσμα τυχόν απόφαση της εταιρείας, κατά παράβαση της εξωεταιρικής συμφωνίας (δλδ με ψήφο μετόχου αντίθετη στη συμφωνία την οποία είχε υπογράψει), να καθιστά την ληφθείσα απόφαση του εταιρικού οργάνου άκυρη.
Επιπλέον, περιπτωσιολογικά, η ΑΠ 1448/2014 έκρινε ότι «Η εξωεταιρική συμφωνία, με την οποία περιορίζεται το δικαίωμα ψήφου μετόχου (χωρίς να καταλήγει σε πλήρη στέρησή του) και με την οποία μέτοχοι δεσμεύονται να ψηφίζουν στη γενική συνέλευση προς ορισμένη κατεύθυνση και με συγκεκριμένο τρόπο, ώστε η σύνθεση του εκλεγόμενου διοικητικού συμβουλίου να αντιστοιχεί, ως προς τον αριθμό των μελών του, στη συμμετοχή τους στην εταιρία, αντικείμενο που δεν ταυτίζεται και δεν θίγει την αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης για εκλογή διοικητικού συμβουλίου και που η ανάκλησή τους όπως και του Δ/ντος Συμβούλου όταν παραβαίνουν τα καθήκοντά τους, είναι έγκυρη …, εφόσον πληροί τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις και δεν αντίκειται στο εταιρικό συμφέρον.
Με τις προαναφερόμενες παραδοχές το Εφετείο, κρίνοντας ως άκυρη ολόκληρη την εξωεταιρική συμφωνία, …, χωρίς προηγουμένως το Εφετείο να αναζητήσει και να εξακριβώσει ότι η (υποθετική) βούληση των συμβαλλομένων μερών κατά τη σύναψη της όλης συμφωνίας (η οποία και κατά τις ίδιες παραδοχές του Εφετείου δεν αφορούσε μόνο τις προαναφερθείσες δύο μερικότερες συμφωνίες – όρους αλλά το σύνολο της συμφωνηθείσας συνδιοίκησης της εταιρείας), θα ήταν να μην προχωρήσουν στην κατάρτισή της, αν γνώριζαν την ακυρότητα των δύο μερικότερων και διακριτών συμφωνιών αυτής, έκαμε εσφαλμένη εφαρμογή της γενικής ερμηνευτικής διάταξης του άρθρου 181 ΑΚ.»
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την Εξωεταιρική Συμφωνία Μετόχων (Shareholders’ agreement – SHA).