Ένας αποτελεσματικός τρόπος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να προστεθεί ασφάλεια σε μία ήδη υπάρχουσα απαίτηση είναι η μεταβίβασή της. Αυτό συντελείται με δύο κυρίως μορφές: της εκχώρηση της απαιτήσεως και της αναδοχής χρέους. Συνηθέστατη, δε, μορφή ενοχικής εξασφάλισης είναι και η εγγύηση.
Α/ ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ
Εκχώρηση είναι η σύμβαση με την οποία ο αρχικός δανειστής μεταβιβάζει σε άλλον την απαίτησή του χωρίς τη συναίνεση του οφειλέτη (Άρθρα 455 επ. ΑΚ). Η σύμβαση τελειούται ως προς το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα με την αναγγελία (αρ. 460). Ο μεταβιβάζων δανειστής ονομάζεται εκχωρητής. Ο αποκτών την απαίτηση (ήτοι νέος δανειστής) ονομάζεται εκδοχέας. Ο οφειλέτης ονομάζεται πλέον εκχωρούμενος οφειλέτης. Πρέπει να τονιστεί ότι σε αυτή τη διαδικασία αλλάζουν μόνον τα υποκείμενα της απαιτήσεως, η απαίτηση δεν υφίσταται καμία αλλοίωση. Η σύμβαση εκχωρήσεως είναι μία σύμβαση ενοχική, εκποιητική, αναιτιώδης και άτυπη.
Αντικείμενο εκχωρήσεως:
1. Απαιτήσεις ανεξαρτήτως του γενεσιουργού τους λόγου, εφόσον είναι αυτοτελής και δεν είναι ανεκχώρητες.
2. Απαιτήσεις με αίρεση ή προθεσμία.
3. Απαιτήσεις παρούσες ή μέλλουσες.
4. Επίδικες ή όχι απαιτήσεις.
5.Τμήμα ή ποσοστό απαιτήσεως – εκτός αν η μερική εκχώρηση αντίκειται στο νόμο.
6. Ατελείς απαιτήσεις.
7. Απαιτήσεις από πάσης φύσεως συμβάσεις, αμφοτεροβαρής ή ετεροβαρής.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Αντικείμενο εκχωρήσεως ΔΕΝ δύναται να αποτελέσουν κατά αρχή παρεπόμενες απαιτήσεις, αυτές συνεκχωρούνται μαζί με την κύρια απαίτηση. ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ εκχωρούνται αυτοτελώς οι τόκοι, οι καρποί και η ποινική ρήτρα.
Αναγγελία: Η τελείωση της Εκχωρήσεως συντελείται δια της αναγγελίας αυτής εις τον οφειλέτη. Η αναγγελία είναι η ανακοίνωση στον οφειλέτη της εκχωρήσεως από τον εκχωρητή ή τον εκδοχέα.
Αυτό σημαίνει ότι όλες οι έννομες σχέσεις του οφειλέτη ή των τρίτων έναντι του εκχωρητή πλέον περνούν στον έλεγχο του εκδοχέα.
Αποτελέσματα της Εκχωρήσεως:
– Μεταβίβαση της απαιτήσεως. Εφεξής δανειστής της απαιτήσεως είναι ο εκδοχέας. Η απαίτηση μεταβιβάζεται με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της.
– Μεταβίβαση παρεπομένων δικαιωμάτων. Παρεπόμενα είναι τα δικαιώματα που βρίσκονται σε σχέση εξαρτήσεως προς την εκχωρούμενη απαίτηση (κύρια απαίτηση) και εξυπηρετούν το σκοπό της (είτε με την ισχυροποίηση του περιεχομένου της είτε με τη διευκόλυνση της πραγματοποιήσεώς του). Τέτοια δικαιώματα είναι για παράδειγμα: η αξίωση λογοδοσίας, η ποινική ρήτρα, ο τίτλος υποθήκης, τα δικαιώματα της προσημειώσεως υποθήκης, κλπ.
-Σχέσεις που πλέον δημιουργούνται μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Εδώ, δύο αρχές είναι βασικές:
~ Η αρχή της μη μεταβολής της θέσεως του οφειλέτη.
~ Η αρχή της προστασίας των δικαιωμάτων εκχωρητή και εκδοχέα.
Καταπιστευτική Εκχώρηση
Λόγω του αφηρημένου χαρακτήρα της εκχωρήσεως, έγκυρη είναι και η καταπιστευτική ή εμπιστευτική εκχώρηση. Τέτοια καταπίστευση μπορεί να είναι εξασφαλιστική ή διαχειριστική.
Α/ Εξασφαλιστική καταπίστευση (εκχώρηση προς εξασφάλιση απαιτήσεως). Πρόκειται για το αντίστοιχο της μεταβιβάσεως κυριότητας (κινητού) προς εξασφάλιση απαίτησης και το υποκατάστατο του ενεχύρου απαιτήσεως (ΑΚ 1248 επ.)
Β/ Διαχειριστική καταπίστευση (συνήθως εκχώρηση για είσπραξη). Ο εκδοχέας διαχειρίζεται στο δικό του όνομα την εκχωρούμενη απαίτηση (π.χ. την εισπράττει). Οι σχέσεις μεταξύ εκχωρητή και εκδοχέα διέπονται από τη μεταξύ τους συμφωνία.
Β- ΑΝΑΔΟΧΗ ΧΡΕΟΥΣ
Αναδοχή χρέους είναι η ανάληψη από τρίτο χρέους άλλου. Στη δημιουργούμενη σχέση υπάρχουν τα ακόλουθα μέρη: Ο δανειστής, ο (αρχικός) οφειλέτης και ο τρίτος που αναλαμβάνει το χρέος και ονομάζεται “αναδεχόμενος” ή “αναδοχέας”. Πρόκειται για ειδική διαδοχή σε χρέος, η οποία αποτελεί αλλοίωση της ενοχής ως προς το παθητικό της υποκείμενο, τον οφειλέτη.
Διακρίνουμε δύο κυρίως είδη αναδοχής:
– Τη Στερητική Αναδοχή χρέους (intercessio privativa), η οποία είναι η σύμβαση μεταξύ δανειστή και τρίτου (του αναδοχέα) με την οποία ο τρίτος αναδέχεται αλλότριο χρέος έτσι ώστε αυτός να υπεισέλθει στη θέση του οφειλέτη και ο οφειλέτης να απαλλαχθεί (Αρ. 471 ΑΚ).
– Τη Σωρευτική αναδοχή χρέους (intercessio cumulativa), η οποία είναι η σύμβαση μεταξύ δανειστή και τρίτου (αναδοχέα) με την οποία ο τρίτος αναλαμβάνει μεν την υποχρέωση να εκπληρώσει αλλότριο χρέος, χωρίς όμως να απαλλάσσεται ο οφειλέτης από την υποχρέωσή του (Αρ. 477 ΑΚ).
Και στις δύο περιπτώσεις συμμετοχή του οφειλέτη δεν απαιτείται. Γενεσιουργός λόγος της αναδοχής είναι η σύμβαση μεταξύ του δανειστή και του αναδοχέα.
Παρότι προσομοιάζει, η αναδοχή χρέους δεν πρέπει να συγχέεται με την εγγύηση, με την βασικότερη διαφορά να έγκειται στο ότι ο αναδοχέας αντιμετωπίζεται ως πρωτοφειλέτης χωρίς το δικαίωμα των σχετικών ενστάσεων που αναγνωρίζονται στον εγγυητή.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για να σας συμβουλεύσουμε σχετικά με την ενοχική εξασφάλιση των απαιτήσεών σας.