Νομικό Πλαίσιο
Σύμφωνα με το άρθρο 293 του Ν. 4072/2012 η κοινοπραξία είναι εταιρεία χωρίς νομική προσωπικότητα.
Εφόσον καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ. ή εμφανίζεται προς τα έξω, αποκτά, ως ένωση προσώπων, ικανότητα δικαίου και πτωχευτική ικανότητα. Στην κοινοπραξία που συστήθηκε με σκοπό το συντονισμό της δραστηριότητας των μελών της εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την αστική εταιρεία.
Η σύμβαση κοινοπραξίας μπορεί να προβλέπει ότι για τις υποχρεώσεις της κοινοπραξίας έναντι τρίτων τα κοινοπρακτούντα μέλη θα ευθύνονται εις ολόκληρον. Εφόσον η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, καταχωρίζεται υποχρεωτικά στο Γ.Ε.ΜΗ. και εφαρμόζονται ως προς αυτήν αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία.
Νομική Φύση
Στο δίκαιο των ενώσεων προσώπων που συνιστώνται με σύμβαση, για την επιδίωξη κοινού σκοπού με κοινή συμβολή των μελών τους, δεν προβλέπεται η κοινοπραξία, ως ιδιαίτερος τύπος εταιρίας.
Ο όρος κοινοπραξία αποτελεί δημιούργημα των συναλλαγών και υποδηλώνει τη σύμπραξη περισσότερων (φυσικών ή νομικών) προσώπων προς επιδίωξη κοινού σκοπού, γεγονός που της προσδίδει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σύμβασης εταιρίας (ΑΚ 741), διακρίνοντάς την έτσι από την κοινωνία δικαιώματος (ΑΚ 785), στην οποία υπάρχει απλώς κοινό συμφέρον των κοινωνών, όχι όμως και η επιδίωξη κοινού σκοπού.
Αφ’ ότου, όμως, εμφανίστηκε και δρα στην πράξη ως ένωση φυσικών ή νομικών προσώπων, η κοινοπραξία είναι δυνατό να προσλάβει τη νομική μορφή
- είτε αστικής εταιρίας, εάν από τη φύση ή το σκοπό της δεν είναι εμπορική, οπότε διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 741 επ. του ΑΚ.
- είτε εμπορικής εταιρίας, οπότε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εμπορικού δικαίου και υπάγεται σε έναν από τους εταιρικούς τύπους που αναγνωρίζονται περιοριστικά από αυτό.
Τυπική Και Άτυπη Κοινοπραξία
Με βάση τα παραπάνω, σε περίπτωση που η κοινοπραξία επιδιώκει εμπορικό σκοπό, εάν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις σύνταξης εγγράφου και δημοσιότητας, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 39, 42, 43 και 44 του Εμπορικού Νόμου, μπορεί να έχει χαρακτήρα είτε:
- αφανούς εταιρίας, με εμφανή εταίρο ένα εκ των μελών της, οπότε προσομοιάζει στην ετερόρρυθμη εταιρία, με απεριορίστως ευθυνόμενο μόνο τον εμφανή εταίρο,
- είτε ομόρρυθμης εν τοις πράγμασι εταιρίας, με απεριορίστως και εις ολόκληρο ευθυνόμενα πάντα τα μέλη αυτής για τις εκ της δραστηριότητας της υποχρεώσεις (ΑΠ 1078/2010).
Σημειώνεται ότι ετερόρρυθμη είναι στην περίπτωση που από το καταστατικό της προκύπτει ότι ένας ή ορισμένοι από τους εταίρους θα ευθύνονται για τα εταιρικά χρέη περιορισμένα, δηλ. με την εισφορά τους ή μέχρις ενός ορισμένου ποσού πέρα από την εισφορά τους (άρθρα 23, 26 ΕμπΝ). Αν από το καταστατικό δεν προκύπτει τέτοιος περιορισμός της ευθύνης των εταίρων, θα έχει το χαρακτήρα ομόρρυθμης εταιρίας.
Επομένως, εφαρμόζονται σε αυτήν, εφόσον δεν αντιτίθενται στον ιδιάζοντα χαρακτήρα της οι διατάξεις περί εταιρειών του Αστικού Κώδικα, ήτοι τα άρθρα 741 κ.επ.
Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 62 ΚΠολΔ, συνδυαζόμενη προς αυτήν του άρθρου 951, η οποία ορίζει ότι, όταν πρόκειται για ένωση προσώπων του άρθρου 62, η αναγκαστική εκτέλεση, γίνεται στην κοινή περιουσία τους, προκύπτει ότι οι εταιρείες που δεν έχουν νομική προσωπικότητα, όπως είναι και οι ενώσεις νομικών ή και φυσικών προσώπων με πρόθεση εταιρικής συνεργασίας και ενέργεια εμπορικών πράξεων με εταιρικό σκοπό (ΟλΑΠ 22/1998), μολονότι δεν είναι αυτοτελείς φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, κατ’ εξαίρεση του κανόνα της πρώτης παραγράφου του άρθρου 62 ΚΠολΔ, που υπαγορεύτηκε από την ανάγκη της δικονομικής διευκολύνσεως των συναλλασσόμενων με την ένωση τρίτων, μπορούν να είναι διάδικοι και να παρίστανται στο δικαστήριο με τα πρόσωπα που κατά το καταστατικό τις αντιπροσωπεύουν ή που διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους.
Εφόσον δε απονεμήθηκε από το νομοθέτη στις εν λόγω εταιρείες και ενώσεις προσώπων η ικανότητα να είναι διάδικοι, είναι αυτονόητο ότι αυτές είναι και φορείς των κατ’ ιδίαν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των μελών τους, και κατ΄ επέκταση νομιμοποιούνται να ενάγουν και να ενάγονται ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αυτών.
Αποφασιστικό κριτήριο για το αν σε συγκεκριμένη περίπτωση η κοινοπραξία ενήργησε ως αφανής εταιρία, οπότε ευθύνεται μόνο το μέλος που επιχείρησε τη συναλλαγή ή ως εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη εταιρία, οπότε ευθύνονται αλληλεγγύως όλα τα μέλη της, είναι το πώς εκδηλώθηκε εξωτερικά η συγκεκριμένη δραστηριότητα (ΑΠ 1417/2018).
Δικαιώματα Και Υποχρεώσεις Διαχειριστή
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 754 ΑΚ, ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του διαχειριστή εταίρου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 714 έως 723 για την εντολή.
Έτσι, κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 714 ΑΚ, ο διαχειριστής εταίρος ευθύνεται για κάθε πταίσμα, δηλαδή και για ελαφριά αμέλεια, υποχρεούμενος να αποζημιώσει την εταιρεία για τη ζημία που της προκάλεσε, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 719 ΑΚ, έχει υποχρέωση να αποδώσει στην εταιρεία, ως εντολέα, καθετί που έλαβε για την εκτέλεση της εντολής, δηλαδή της εταιρικής διαχείρισης ή απέκτησε από την εκτέλεση της.
Πρόκειται και στις δυο περιπτώσεις για συμβατική ευθύνη από την εταιρική σχέση. Ειδικότερα, η άρνηση του εντολοδόχου να αποδώσει στην εταιρεία τα εισπραχθέντα για λογαριασμό της χρήματα από εταιρική συναλλαγή, εφόσον καταλήγει σε ιδιοποίηση απ’ αυτόν των εταιρικών χρημάτων, προκαλεί στην εταιρεία ισόποση ζημία, οπότε δημιουργείται σε βάρος του και υποχρέωση αποζημίωσης στο πλαίσιο αδικοπρακτικής ευθύνης του κατά τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 914 ΑΚ, 375 ΠΚ.
Στην περίπτωση αυτή συρρέουν οι αξιώσεις από τη σύμβαση με αυτές από το αδίκημα και αν μεν κατατείνουν σε διαφορετικές παροχές πρόκειται για γνήσια συρροή αξιώσεων, ενώ αν αφορούν την αυτή παροχή, που απλώς θεμελιώνεται τόσο ενδοσυμβατικά όσο και εξωσυμβατικά, δηλαδή σε δύο διαφορετικές νομικές βάσεις, πρόκειται για συρροή των περισσότερων νομικών βάσεων της αυτής ενιαίας αξίωσης (ΑΠ 192/2016 Ε7 2016.843).
Δικαιώματα Επί Προσωπικότητας Κοινοπραξίας
Το νομικό πρόσωπο, εφόσον κηρύσσεται ικανό δικαίου και ικανό προς δικαιοπραξία (άρθρα 61 και 70 ΑΚ), έχει δικαίωμα επί της προσωπικότητας αυτού στην έκφανση της πίστης, της υπόληψης, της φήμης, του κύρους, του επαγγέλματος, του μέλλοντος και των λοιπών αναγνωριζόμενων σ’ αυτό άυλων αγαθών.
Συνεπώς, σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας αυτού σε οποιαδήποτε των εκφάνσεων τούτων, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα άρθρα 57 και 59 ΑΚ, προστασία, η οποία συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις.
Ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος μόνον ως προς την αξίωση για την άρση της προσβολής, ενώ για την αξίωση αποζημίωσης καθώς και για τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εκείνου που έχει προσβληθεί, ο νόμος απαιτεί η προσβολή να είναι παράνομη και υπαίτια.
Δικαιούχοι χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης μπορεί να είναι και νομικά πρόσωπα, γιατί και αυτά είναι φορείς εννόμων αγαθών, εφόσον βέβαια επικαλεστούν και αποδείξουν μια συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση. Έτσι, αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπορούν να ζητήσουν και οι εταιρείες με νομική προσωπικότητα, αν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον.
Για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης αυτής τα προσβαλλόμενα νομικά πρόσωπα πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ, να αναφέρουν ορισμένως ότι με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον, προσβολές από τις οποίες τους προκλήθηκε συγκεκριμένη υλική ζημία, την οποία πρέπει να επικαλούνται και να αποδεικνύουν με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο αίσθημα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μια συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση.
Εμπορικότητα, Φορολογική Και Ασφαλιστική Αντιμετώπιση
ΓΕΜΗ
Σύμφωνα με την με αριθμό 223/2017 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ οι κοινοπραξίες που ασκούν εμπορική δραστηριότητα, οι κοινοπραξίες με μορφή αστικής εταιρίας με νομική προσωπικότητα και οι ενώσεις προσώπων που ασκούν ή προτίθενται να ασκήσουν οικονομική δραστηριότητα, χωρίς να έχουν καταστεί έμποροι από την άσκηση της δραστηριότητας, εγγράφονται υποχρεωτικώς στο Γ.Ε.ΜΗ.
Εφόσον υπάρχει υποχρέωση εγγραφής της κοινοπραξίας και παραλείπεται η εκ μέρους του υποχρέου ή τρίτου, έχοντος ειδικό έννομο συμφέρον, υποβολή αίτησης καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ., η αρμόδια υπηρεσία καταχώρισης προβαίνει αυτεπαγγέλτως σ’ αυτήν και επιβάλλει στον υπόχρεο και στους νόμιμους εκπρόσωπους το πρόστιμο του άρθρου 17 του ν. 3419/2005.
Σύμφωνα με την με αριθμό 259/2017 Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του ΝΣΚ η άσκηση ή μη εμπορικών πράξεων εκ μέρους της κοινοπραξίας, ως προϋπόθεση της υποχρεωτικής καταχώρισής της στο Γ.Ε.ΜΗ., ερευνάται από την αρμόδια υπηρεσία του Γ.Ε.ΜΗ.
ΕΦΚΑ
Σύμφωνα με την Εγκύκλιο 1/2017 του ΕΦΚΑ “Μέλη ή μέτοχοι Οργανισμών, Κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών” υπάγονται στο άρθρο 39 του Ν.4387/2016, από 01/01/2017 περί ενιαίων κανόνων υπολογισμού ασφαλιστικών εισφορών που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και επομένως υποχρεούνται σε ασφασλιστικές εισφορές.
Φορολογία
Από τον συνδυασμό των άρθρων 1 και 2 του Ν. 4172/2013 (ΚΦΕ) προκύπτει ότι η Κοινοπραξία εντάσσεται στην έννοια των “νομικών οντοτήτων” και υπόκειται στις σχετικές διατάξεις τόσο περί ΦΠΑ όσο και εισοδήματος ή μερισμάτων. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην υποχρέωση της κοινοπραξίας για τήρηση φακέλου τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών (“transfer pricing“).
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την κοινοπραξία.