Skip to content

Αρθρογραφία

Νέος Πτωχευτικός Νόμος – Η Πτωχευτική Διαδικασία

πτωχευτικό δίκαιο

Στην πτωχευτική διαδικασία, με τον Νέο Πτωχευτικό Νόμο Ν. 4738/20, γίνεται προσπάθεια να εκσυγχρονιστεί τόσο συνολικά ως θεσμός όσο και ως προς τις επιμέρους διαδικασίες που την απαρτίζουν. Εκκινεί, εφόσον έχουν αποτύχει οι εξωδικαστικές διαδικασίες ρύθμισης οφειλών ή όταν πλέον αυτές παρέλκουν.

Όπως και στην εξωδικαστική διαδικασία, έτσι και στην πτώχευση, δικαίωμα κατάθεσης αίτησης πτώχευσης έχουν Εταιρείες και Επιχειρήσεις με οφειλές σε Τράπεζες ή Εταιρείες Διαχείρισης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (“Servicers Μ.Ε.Α.” ή “Servicers”), στο Δημόσιο ή τον eΕΦΚΑ.

Εάν η οφειλέτιδα Εταιρεία ή Επιχείρηση είναι ήδη σε «παύση πληρωμών» τότε δικαίωμα κατάθεσης αίτησης πτώχευσης έχουν εκτός από την οφειλέτιδα, έκαστος των πιστωτών καθώς και ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών της έδρας της Εταιρείας.  Ειδικότερα:

Προϋπόθεσή Πτώχευσης

Η Εταιρεία ή η Επιχείρηση να βρίσκεται σε “παύση πληρωμών”. Με τον όρο “παύση πληρωμών” νοείται η κατάσταση όπου κάποιος αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Τεκμαίρεται η παύση πληρωμών όταν δεν καταβάλλονται ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς το Δημόσιο τον eΕΦΚΑ ή τις τράπεζες, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών του ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών, για χρονική περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών και για μη εξυπηρετούμενο ποσό άνω των 30.000 ευρώ. Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής.

Διαδικασία Πτώχευσης

Στο Νέο Πτωχευτικό Νόμο γίνονται πλέον δύο διακρίσεις:

α) Πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου και 

β) Λοιπές Πτωχεύσεις

α/ Πτωχεύσεις Μικρού Αντικειμένου

Εντάσσονται όσες Εταιρείες ή Επιχειρήσεις για δύο συνεχόμενες χρήσεις ικανοποιούν δύο από τα τρία κριτήρια που ορίζει ο νόμος 4308/2014, δηλαδή :

i) το σύνολο του ενεργητικού τους δεν είναι μεγαλύτερο από 350.000 ευρώ,

ii) το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών τους δεν είναι μεγαλύτερο των 700.000 ευρώ και

iii) ο μέσος όρος των απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου δεν είναι μεγαλύτερος των 10 ατόμων.

Αρμόδιο Δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο της έδρας. Εκκινεί με ηλεκτρονική αίτηση πτώχευσης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας (ΗΜΦ) στο οποίο και παραμένει δημοσιευμένη για χρονικό διάστημα 30 ημερών.

Εάν εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος δεν υποβληθεί παρέμβαση τρίτου, η αίτηση γίνεται δεκτή με μόνη προϋπόθεση τη διαπίστωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος από το πτωχευτικό δικαστήριο (Ειρηνοδικείο). Με την ίδια απόφαση ορίζεται από το Ειρηνοδικείο ο εισηγητής ο οποίος διορίζει τον σύνδικο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα, σε αρκετά περιφερειακά Ειρηνοδικεία, υπάρχουν ενεργοί μόνο ένας Ειρηνοδίκης με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η διαφοροποίηση του προσώπου του πτωχευτικού δικαστή από τον εισηγητή της πτώχευσης.

[Για το λόγο αυτό έχει ζητηθεί από τον Υπουργό να ενεργοποιήσει το άρθρο 208 του νόμου, προκειμένου να ορίζονται ως Εισηγητές Πτώχευσης, Ειρηνοδίκες που υπηρετούν στα κεντρικά Ειρηνοδικεία των Νομών και όχι στα περιφερειακά.]

β/ Λοιπές Πτωχεύσεις: 

Αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο της έδρας της Εταιρείας ή της Επιχείρησης το οποίο δικάζει με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας.

Ενδιαφέρον έχει η πρόβλεψη ότι οι πρόσθετες παρεμβάσεις ενώπιόν του ασκούνται με δήλωση που καταχωρείται στα πρακτικά χωρίς τήρηση προδικασίας, ενώ οι κύριες παρεμβάσεις ασκούνται υποχρεωτικά με αυτοτελές δικόγραφο το αργότερο 3 εργάσιμες ημέρες πριν από την δικάσιμο, και συνεκδικάζονται υποχρεωτικά με την αίτηση.

Η άσκηση κύριας παρέμβασης με αυτοτελές δικόγραφο σε διαφορετική δικάσιμο, δεν αποτελεί λόγο αναβολής της συζήτησης της αίτησης κατά την ορισθείσα δικάσιμο. Είναι σαφής, λοιπόν, η πρόθεση του νομοθέτη για την επίσπευση των διαδικασιών. Ωστόσο η πρόβλεψή του για ουσιαστική απαγόρευση εφέσεως επί της απόφασης εγείρει δικονομικά – συνταγματικά ζητήματα.

Με την απόφαση κήρυξης της πτώχευσης αποφασίζεται η ρευστοποίηση είτε του συνόλου της επιχείρησης είτε των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων αυτής.

Στα πλαίσια αυτά αποφασίζεται και η απαλλαγή ή όχι των εκπροσώπων και των διοικούντων των υπό πτώχευση εταιρειών και επιχειρήσεων. 

Δεν μπορεί να μείνουν ασχολίαστες δύο τουλάχιστον διατάξεις του Νέου Πτωχευτικού Νόμου ως προς τη διαδικασία της πτώχευσης:

– Η πρόβλεψη του άρθρου 164 παρ. 4 σχετικά με τη ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη, με την οποία ορίζεται ότι αν διεξαχθούν 4 άγονοι πλειστηριασμοί το πράγμα περιέρχεται υποχρεωτικά στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα. 

– Η πρόβλεψη του άρθρου 117 όπου ορίζεται ότι ανακαλούνται υποχρεωτικά ως επιζήμιες  οι πληρωμές ληξιπρόθεσμων χρεών με άλλο τρόπο και όχι με μετρητά, εκτός από οικειοθελείς παραχωρήσεις ακινήτων προς πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα σε εξόφληση ή απομείωση ληξιπρόθεσμων οφειλών του οφειλέτη. Δηλαδή επιτρέπεται να έχει παραχωρήσει κάποιος ακίνητο σε τράπεζα αλλά ανακαλείται αν το έχει παραχωρήσει στο Δημόσιο για παράδειγμα.

Η αντισυνταγματικότητα των ανωτέρω διατάξεων είναι νομίζουμε εμφανέστατη. 

Είναι προφανές ότι λόγω της έκτασης και της πολυπλοκότητας του νέου νομοθετήματος για την πτώχευση έχουν εμφιλοχωρήσει διατάξεις που αμφισβητούνται και που τελικά θα κριθούν από τη δικαστική εξουσία κατά την εφαρμογή τους.

Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για να σας συμβουλεύσουμε σχετικά με τις διεξόδους που δίνει ο νέος πτωχευτικός κώδικας για την εταιρεία ή της επιχείρηση σας.