Σύμφωνα με το άρθρο 973 ΑΚ:
Δικαιώματα που παρέχουν εξουσία άμεση και εναντίον όλων πάνω στο πράγμα («εμπράγματα δικαιώματα») είναι η κυριότητα, οι δουλείες, το ενέχυρο και η υποθήκη.
Σύμφωνα δε με τα άρθα 999 και 1000 ΑΚ:
Αντικείμενο κυριότητας είναι μόνο πράγματα ή όσα θεωρούνται πράγματα από το νόμο και ο κύριος του πράγματος μπορεί, εφόσον δεν προσκρούει στο νόμο ή σε δικαιώματα τρίτων, να το διαθέτει κατ’ αρέσκειαν και να αποκλείει κάθε ενέργεια άλλου πάνω σ’ αυτό.
Η επικαρπία είναι το εμπράγματο δικαίωμα επί αλλοτρίου πράγματος, που περιορίζει την εξουσία του κυρίου, ως προς τη χρησιμοποίηση και κάρπωση του πράγματος, οπότε ο τελευταίος έχει, μόνο τη ψιλή κυριότητα.
Μετά δε την απόσβεση εκείνης με το θάνατο του επικαρπωτή, το περιεχόμενό της περιέρχεται αυτομάτως στον κύριο του πράγματος ως απόρροια της βασικής αρχής της ελαστικότητας, η οποία ενυπάρχει στο εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας και προσδιορίζει αυτήν ώστε δεν νοείται ψιλή κυριότητα επί του πράγματος χωρίς να υπάρχει δικαίωμα επικαρπίας διαφόρου προσώπου επί τούτου.
Επικαρπία
Με τη σύσταση της επικαρπίας, η κυριότητα πάνω στο πράγμα βαρύνεται ή «περισφίγγεται», με την έννοια ότι -ως προς τις εξουσίες που αποτελούν το περιεχόμενο της-, η άσκηση της κυριότητας περιορίζεται.
Όσες όμως κι αν είναι οι εξουσίες που απορρέουν από το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα, η κυριότητα δεν μεταβάλλει φύση και χαρακτήρα, αλλά εξακολουθεί να αναφέρεται σε κάθε νοητή εξουσία πάνω στο πράγμα.
Η σύσταση του δικαιώματος δεν αλλάζει την ουσία της κυριότητας, αλλά απλώς περιορίζει την άσκηση της. Γι’ αυτό, αμέσως μόλις εκλείψει το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα, λ,χ. αποσβεσθεί η επικαρπία με το θάνατο του επικαρπωτή, η κυριότητα καταλαμβάνει και πάλι το πράγμα ως προς όλες τις αναφορές ή χρησιμότητες του.
Αυτή η ιδιότητα της κυριότητας να αποκτά, αμέσως μόλις εκλείψει το βάρος, το πλήρες περιεχόμενο της και να εκτείνεται αυτόματα σε όλες τις εξουσίες πάνω στο πράγμα, ονομάζεται «ελαστικότητα» της κυριότητας.
Έτσι, με το θάνατο του επικαρπωτή, που έχει ως συνέπεια, όπως προαναφέρθηκε, την απόσβεση της επικαρπίας, εφόσον βέβαια δεν ορίστηκε διαφορετικά, η επικαρπία επιστρέφει (υποστρέφει) αυτοδίκαια στην (ψιλή) κυριότητα και ενώνεται με αυτή σε πλήρη κυριότητα.
Περιτετμημένη Επικαρπία
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1142 ΑΚ, η καθολικότητα των εξουσιών χρήσης και κάρπωσης του πράγματος, ως στοιχείο της έννοιας της επικαρπίας, το οποίο υφίσταται όταν οι εξουσίες αυτές περιλαμβάνουν τη δυνατότητα απεριόριστης χρήσης και κάρπωσης, δεν αναιρείται, αν με τη συστατική πράξη έχουν εξαιρεθεί υπέρ του κυρίου ή τρίτου ορισμένες εξουσίες πάνω σε ορισμένα επιμέρους ωφελήματα, οπότε γίνεται λόγος για περιτετμημένη επικαρπία, καθόσον και στην περίπτωση αυτή, η επικαρπία τείνει αφηρημένα στο σύνολο των ωφελειών, από τα οποία, όμως, έχουν εξαιρεθεί ορισμένα υπέρ άλλου προσώπου.
Άσκηση Της Νομής
Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1142 και 1147 ΑΚ, ο επικαρπωτής ασκεί ίδια μεν νομή έναντι μόνον των τρίτων («οιονεί νομή»), έναντι όμως του ψιλού κυρίου ασκεί νομή μόνον επ’ αλλοτρίω ονόματι. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 980 παρ. 1 ΑΚ, η νομή ασκείται αυτοπροσώπως ή μέσω άλλου.
«Μέσω άλλου» ασκεί τη νομή, μεταξύ άλλων και ο ψιλός κύριος του πράγματος.
Επομένως, ο ψιλός κύριος είναι ο πραγματικός νομέας του ακινήτου που ασκεί τη νομή του μέσω του επικαρπωτή
Αντίθετα, ο επικαρπωτής τεκμαίρεται εκ του νόμου ότι κατέχει στο όνομα του ψιλού κυρίου για όσο χρόνο ευρίσκεται στην κατοχή του πράγματος και δεν του έχει καταστήσει γνωστή πρόθεση αντιποίησης (άρθρα 980, 982 ΑΚ). Έτσι, για όσο χρόνο διατηρείται το πράγμα στην κατοχή του επικαρπωτή δεν νοείται άλλη φυσική εξουσία επ’ αυτού με διάνοια κυρίου, κατ’ αποκλεισμό εκείνης του ψιλού κυρίου.
Επομένως, ο «άλλος» του άρθρου 908, είναι ο επικαρπωτής, ο οποίος έναντι μεν των τρίτων ασκεί για τον εαυτό του οιονεί νομή, η οποία ως περιεχόμενο έχει ειδικές και κατ’ ιδίαν χρησιμότητες του πράγματος, έναντι δε του ψιλού κυρίου και για το σύνολο των εξουσιών πάνω στο πράγμα, ασκεί τη νομή στο όνομα του τελευταίου, δηλαδή κατέχει το πράγμα για τον κύριο.
Κατάσχεση Επικαρπίας
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1166 ΑΚ η επικαρπία, εφόσον δεν ορίσθηκε διαφορετικά, είναι αμεταβίβαστη, η άσκηση της όμως μπορεί να μεταβιβαστεί σε άλλο για χρόνο που δεν υπερβαίνει τη διάρκεια της επικαρπίας.
Κατά την έννοια αυτή η άσκηση της επικαρπίας, ως αυτοτελές ενοχικό δικαίωμα, υπόκειται με τη μορφή του ειδικού περιουσιακού στοιχείου σε συντηρητική ή ολική κατάσχεση ή και προσημείωση.
Σε κατάσχεση όμως υπόκειται και η ίδια η επικαρπία ως εμπράγματο δικαίωμα προσωπικής δουλείας, έστω και αν πρόκειται για αμεταβίβαστη επικαρπία, όπως αυτό συνάγεται από το άρθρο 992 ΚΠολΔ, που δεν περιορίζει τα δυνάμενα να κατασχεθούν εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητο, σε συνδυασμό με το άρθρο 1259 ΑΚ, που ορίζει ότι η υποθήκη αποκτάται μόνο σε ακίνητα που μπορούν να εκποιηθούν, καθώς και στην επικαρπία τέτοιων ακινήτων, για όσο χρόνο αυτή διαρκεί.
Εφόσον δηλαδή η επικαρπία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο υποθήκης, άρα και αναγκαστικής εκποίησης υπέρ του ενυπόθηκου δανειστή, αποτελεί για την ταυτότητα του νομικού λόγου αντικείμενο κατάσχεσης από όλους τους δανειστές του επικαρπωτή και όχι μόνον από τους ενυπόθηκους.
Έτσι ο χαρακτήρας της επικαρπίας ως αμεταβίβαστου κατ’ αρχήν δικαιώματος, δεν εμποδίζει την ανεξάρτητη από τη θέληση του επικαρπωτή αναγκαστική μεταβίβαση της επικαρπίας, που επέρχεται με τον πλειστηριασμό, στην έκταση βέβαια και για το χρόνο που θα μπορούσε να διατηρηθεί και στο πρόσωπο του αρχικού επικαρπωτή, αφού με τον πλειστηριασμό ο υπερθεματιστής δεν μπορεί να αποκτήσει περισσότερα δικαιώματα από εκείνα του δικαιοπαρόχου του.
Συνεπώς εφόσον η επικαρπία, αν δεν ορίσθηκε διαφορετικά, αποσβήνεται με το θάνατο του επικαρπωτή και ο ψιλός κύριος αποκτά πλήρη την κυριότητα, αποσβήνεται έκτοτε η επικαρπία και για αυτόν που την απέκτησε με τη διαδικασία του αναγκαστικού πλειστηριασμού.
Και δεν αναιρεί η εν λόγω εξαίρεση την έννοια της καθολικότητας, με περαιτέρω συνέπεια να μην αποκλείεται, παρά την εξαίρεση αυτή, ο χαρακτηρισμός του φορέα των υπόλοιπων εξουσιών ως επικαρπωτή, διότι το στοιχείο της καθολικότητας εισάγεται με τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου ως αφηρημένο και όχι ως συγκεκριμένο περιεχόμενο του δικαιώματος της επικαρπίας, προϋπόθεση η οποία αναιρείται, όταν περιεχόμενο του δικαιώματος αυτού είναι η παραχώρηση εξουσιών πάνω σε ορισμένα επιμέρους ωφελήματα που προσδιορίζονται θετικά και όχι και όταν αφαιρούνται ορισμένες εξουσίες που προσδιορίζονται αρνητικά (ΑΠ 280/2011).
Κατάσχεση Ψιλής Κυριότητας
Η κατάσχεση μόνο της ψιλής κυριότητας του ακινήτου προϋποθέτει την ύπαρξη δικαιώματος επικαρπίας επί του ίδιου ακινήτου από τρίτο δικαιούχο αυτής, αφού δεν νοείται ψιλή κυριότητα χωρίς να υπάρχει αυτοτελές δικαίωμα επικαρπίας.
Εν όψει δε της παραπάνω λειτουργίας του δικαιώματος της κυριότητας και της παρατεθείσας έννοιας της ψιλής κυριότητας, στην περίπτωση που κατάσχεται μόνο η ψιλή κυριότητα του οφειλέτη, καίτοι έχει ήδη υποστρέψει στον κύριο η πρότερον υφιστάμενη επικαρπία τρίτου επί του πράγματος, δεν πρόκειται κατάσχεση μέρους της όλης κυριότητας αλλά θεωρείται κατασχεθέν το υπάρχον πράγματι κατά το χρόνο της κατασχέσεως δικαίωμα της πλήρους κυριότητας του οφειλέτη.
Στην περίπτωση δε αυτή ο υπερθεματιστής αποκτά πλήρη κυριότητα επί του κατασχεθέντος, δικαίωμα το οποίο αποκτά και στην περίπτωση που η απόσβεση της επικαρπίας του άλλου λαμβάνει χώρα και μετά την κατάσχεση της ψιλής κυριότητας του οφειλέτη κατ’ εφαρμογή της αρχής της ελαστικότητας του δικαιώματος της κυριότητας.
Το Δικηγορικό μας Γραφείο, για περισσότερα από 15 χρόνια εξειδικεύεται στο Εταιρικό και Εμπορικό Δίκαιο. Επικοινωνήστε μαζί μας για σας καθοδηγήσουμε και να σας συμβουλεύσουμε σε κάθε θέμα σχετικά με την ψιλή κυριότητα και την επικαρπία.